Ο χορευτής επιθυμεί να καταλάβει όλη τη σκηνή για να ακτινοβολήσει το εγώ του. Για να το κατορθώσει πρέπει να απωθήσει τους άλλους και αυτό προϋποθέτει μια ειδική αγωνιστική τεχνική την οποία ο Ποντεβέν αποκαλεί ηθικό τζούντο. Ο χορευτής χρησιμοποιεί όλες τις λαβές που του επιτρέπουν να φέρει τον άλλο σε ηθικά κατώτερη θέση. Ο τρομακτικά μοντέρνος χαρακτήρας αυτού του προσώπου έγκειται στο ότι δεν επιδεικνύεται στους παρευρισκόμενους, αλλά σε όλον τον κόσμο. Απευθύνεται στο μεγάλο αόρατο κοινό του μέσω της κάμερας.
Αναρωτιέμαι αν η συζήτηση στη Βουλή ?όπως αυτή έγινε τελικά? είχε κάποιο ουσιαστικό νόημα. Αφού δεν υπήρχε ίχνος διάθεσης συμβιβασμού έστω σε κάτι επουσιώδες, αφού δεν υπήρχε η παραμικρή περίπτωση να μεταπειστούν οι ήδη αποφασισμένοι βουλευτές κάθε πλευράς, αφού οι συσχετισμοί ήταν εκ των προτέρων δεδομένοι, σε τι εξυπηρετούσε η κοπιώδης αντιπαράθεση που σε αρκετές περιπτώσεις ξεπερνούσε τη στοιχειώδη ευπρέπεια και άγγιζε τα όρια του ιλαροτραγικού; Αν οι ομιλίες των βουλευτών γίνονταν χωρίς κάμερες θα ήταν οι ίδιες σε περιεχόμενο και ύφος; Αν η συζήτηση περιοριζόταν μεταξύ των παρευρισκομένων, χωρίς το μεγάλο αόρατο τηλεοπτικό κοινό, θα ήταν πιο ουσιαστική; Θα υπήρχε λιγότερο τζούντο;
Μάλλον δεν γίναμε σοφότεροι με όσα ακούσαμε από τους πολιτικούς αντιπροσώπους μας το τελευταίο δεκαήμερο. Σίγουρα προβληματιστήκαμε περισσότερο με τον τρόπο που ειπώθηκαν όσα ειπώθηκαν. Ελειψε η ουσία, ο ουσιαστικός διάλογος, και περίσσεψαν οι ατυχείς προσπάθειες ακτινοβολίας των εγώ μέσω της πομπώδους επανάληψης γενικεύσεων και της μονότονης στείρας κριτικής. Σε κάθε περίπτωση, ό,τι συνέβη ήταν αναντίστοιχο της εθνικής περίστασης. Ομολογώ ότι κάθε επάγγελμα έχει τις δυσκολίες του και κάθε επαγγελματίας δικαιούται τις κακές του ημέρες. Αλλά όπως λέει ο Ποντεβέν, «και όλοι οι χορευτές ανακατεύονται με την πολιτική, αλλά αυτός δεν είναι λόγος για να τους συγχέουμε με τους πολιτικούς».