Η διαγραφή των βουλευτών αποτελεί την έκφραση του αδιεξόδου λειτουργίας αυτού του μορφώματος εξουσίας. Γι’ αυτό και το ζήτημα που εγείρεται από κάποιους εκφραστές αυτής της εξουσίας, εγκαλώντας τους βουλευτές να παραδώσουν τις έδρες τους, μία έχει απάντηση: οι έδρες ανήκουν στους βουλευτές.
Το Σύνταγμα ορίζει με απόλυτη σαφήνεια ότι οι βουλευτές έχουν απεριόριστο το δικαίωμα της γνώμης και ότι η παραίτηση από το βουλευτικό αξίωμα είναι δικαίωμα του βουλευτή. Μπορεί, συνεπώς, να παραιτηθεί εάν ο ίδιος το κρίνει, μπορεί και όχι.
Οι βουλευτές ούτε παραδίδουν, ούτε παραδίδονται.
Είναι πολιτική υποχρέωσή τους να υπερασπίζονται το δικαίωμα στον αυτοπροσδιορισμό τους.
Η πολιτική τους στάση κρίνεται από το λαό και αυτός θα κρίνει στην επόμενη δοκιμασία την απόφασή τους. Η σταυροδοσία εμπεριέχει το αυτονόητο. Η ψήφος αποτυπώνεται υπέρ ενός πολιτικού υποκειμένου. Επιλέγοντας ένα κόμμα, ο πολίτης-ψηφοφόρος δεν κάνει ποτέ μια απρόσωπη επιλογή. Το άτομο-πρόσωπο του βουλευτή συγκεκριμενοποιεί την έκφραση της λαϊκής βούλησης. Ο βουλευτής καλείται να δώσει ψήφο εμπιστοσύνης. Και αυτός μόνο μπορεί να την άρει. Η συζήτηση για το αν οφείλει ο βουλευτής να παραδώσει την έδρα του αποτυπώνει μια πολιτικά καθυστερημένη συνείδηση, η οποία άρρητα διακηρύσσει ότι η εξουσία στο κόμμα είναι πάντοτε μονοπρόσωπη και ότι οποιαδήποτε αμφισβήτησή της πρέπει να εξορκίζεται. Κάθε δημοκρατική συνείδηση έχει χρέος να αντιταχθεί σε αυτή τη στάση.
Όλα τα κλειστά συστήματα εξουσίας κυοφορούν την κρίση και τροφοδοτούν την παρακμή. Μόνο οι δρόμοι της αυθεντικής πολιτικής λειτουργίας, όπου ο αυτοπροσδιορισμός αποτελεί βασικό στοιχείο, μπορούν να οδηγήσουν σε κάποιο ξέφωτο.}