Η εμπιστοσύνη είναι, όταν και όπου υπάρχει, ένας σταθερός δεσμός που ορίζει τις σχέσεις. Τους προσδίδει διάρκεια. Τις εμποτίζει με νόημα. Οταν χαθεί η εμπιστοσύνη, όταν δηλαδή σπάσει η σχέση, παύει η λειτουργικότητά τους, περιορίζεται δραματικά η αποτελεσματικότητά τους και το άτομο –ως μονάδα περισσότερο πλέον, παρά ως μέλος ενός συνόλου– αλλάζει συμπεριφορές προτάσσοντας το προσωπικό του σχέδιο έναντι της συλλογικής διάστασης. Στην Ελλάδα ζούμε σήμερα, έχει γραφτεί και επαναλαμβάνεται συχνά, το τέλος της εμπιστοσύνης. Παρατηρώντας μετρήσεις και αριθμούς, όπως της έρευνας που φιλοξενεί σήμερα η «Καθημερινή», το τέλος της εμπιστοσύνης έρχεται αυθόρμητα στα χείλη ως αυτονόητη διάγνωση.
Η εμπιστοσύνη βρίσκεται στον πυρήνα του προβλήματος της μη λειτουργίας των θεσμών στη σημερινή Ελλάδα, της μη ανταπόκρισής τους στις πραγματικές ανάγκες και πάντως προσδοκίες των ανθρώπων.
Την ίδια στιγμή, όμως, οι στάσεις του κοινού παρουσιάζουν μια βαθύτερη, εσωτερική αντιφατικότητα. Ετσι, είναι εκπληκτικά ενδιαφέρον ότι η Πυροσβεστική όχι μόνο είναι κυρίαρχα η πρώτη σε εμπιστοσύνη, αλλά και αυξάνεται η εμπιστοσύνη προς αυτήν τον τελευταίο χρόνο, παρά τη νωπή μνήμη των πυρκαγιών. Αυτό σημαίνει ότι, όταν κάποιος καταπιάνεται με τα πράγματα –δεν απέχει, δεν είναι απών, κινείται– ο κόσμος δείχνει μια προδιάθεση και βαθύτερη επιθυμία λόγω ανάγκης να τον εμπιστευτεί. Η εμπιστοσύνη συνδέεται με την ανάγκη και χτίζεται γύρω από την ουσιαστική προσπάθεια ανταπόκρισης και λύσεων.
Στον αντίποδα, χωρίς αυτό να αποτελεί έκπληξη, βρίσκει κανείς καταβαραθρωμένα τα κόμματα, την κυβέρνηση, ακόμα και τη Βουλή. Δεν πρόκειται για φαινόμενο απλής απαξίωσης, πρόκειται για ρήξη στη σχέση εμπιστοσύνης, για άρνηση του εγγυητικού ρόλου, για στάση απέναντι.
Το τέλος της εμπιστοσύνης οδηγεί απέναντι. Αυτό ερμηνεύει πολλές από τις συμπεριφορές που είδαμε τις τελευταίες ημέρες.
Είναι στο βάθος η κρίση της εμπιστοσύνης πάντοτε κρίση της πολιτικής. Η πολιτική και οι εκφραστές της ορίζουν το συνολικό δημόσιο ήθος που επιτρέπει ή δεν επιτρέπει στην εμπιστοσύνη να ευδοκιμήσει. Εκεί που η πολιτική παραμένει ζωντανή, εκεί που βρίσκεται σε εγρήγορση, εκεί που αναζητεί και προτάσσει αν όχι τη διαρκή θεμελίωση νέων σχέσεων, πάντως τη δυναμική και διαλεκτική εμπέδωσή τους, εκεί η εμπιστοσύνη χτίζεται καθώς η δράση βρίσκεται σε εξέλιξη, καθώς η πολιτική γίνεται πράξη, συνδεόμενη με τους ανθρώπους και τη ζωή τους.