Μεσημέρι στην Πανεπιστημίου. Βουκουρεστίου γωνία. Το σημείο γίνεται τόπος προνομιακής παρατήρησης. Η συνύπαρξη στην πόλη έχει κάτι το άγνωστο και το μυστηριακό. Στην αυθόρμητη σκηνοθεσία του δρόμου, κρυφοί ανομολόγητοι ρόλοι διεκδικούν, άλλοι μάταια και άλλοι επιτυχώς, θέση στην καθημερινή παράσταση.
Τα αμίλητα πρόσωπα βιαστικά ή αμέριμνα – καμιά σημασία – μονολογούν, αναζητώντας συνομιλητή στον επιφανειακά απρόσωπο χώρο. Η πόλη υπάρχει μέσα από το γνωστό και το άγνωστο. Από το επαναλαμβανόμενο και το τετριμμένο της καθημερινής διαδρομής. Αλλά και από το απρόοπτο της συνάντησης με το άγνωστο βλέμμα. Το άλλο πρόσωπο. Που καμιά μαζικότητα, δεν μπορεί να κρύψει τη διαφορετικότητά του.
Στη μεγάλη πόλη, τα κτίρια, που διεκδικούν τον ουρανό, μοιάζουν σαν κατακτητές του χώρου. Δεν έχουν όμως τίποτα από γίγαντες σε έρημο τόπο. Τον χώρο θα τον καταλαμβάνει πάντα η αύρα των ανθρώπων και το φως που προκύπτει από το διαξιφισμό των βλεμμάτων.
Λίγο παραπάνω, στη Βουλή των Ελλήνων, εξελίσσεται η συζήτηση για την πρόταση δυσπιστίας. Λίγο παρακάτω, πρόσωπα χαράζουν τη ζωή τους σε μικρές ή μεγάλες διαδρομές, προσπερνώντας στην πράξη διακηρύξεις και εξουσιαστικά σχέδια.
Μένοντας εκεί για ώρα, άκουσα και το δικό μου μονόλογο.
Τελικά – ομολογώ – δε μου έκλεψε μόνο το βλέμμα αλλά και τη σκέψη.