Αρχές του 1970.

Ως υποψήφιος στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών τότε, έρχομαι από τη Νότια Λακωνία στην Αθήνα, αναζητώντας φθηνό κατάλυμα για να παρακολουθήσω μαθήματα σε φροντιστήριο, μετά την αποτυχία μου στις εισαγωγικές εξετάσεις που μόλις είχαν προηγηθεί. Με συνόδευε ο ιερέας πατέρας μου.

Μια πληροφορία από τη Μητρόπολη Σπάρτης με οδηγεί στη Βουρνάζου 4, στους Αμπελοκήπους (στο σημείο βρίσκεται σήμερα το Ελεγκτικό Συνέδριο).

Εκεί, στη Βουρνάζου 4, ήταν το οικοτροφείο αρρένων της αδελφότητας θεολόγων «Η ΖΩΗ». Φιλοξενούσε με χαμηλό κόστος φτωχούς σπουδαστές, υποψήφιους και φοιτητές, από την επαρχία. Δεν είχα ποτέ ακούσει κάτι σχετικό και δεν γνώριζα κάτι ιδιαίτερο για την αδελφότητα.

Ο χώρος ήταν λιτός. Η διαβίωση εξωτερικά ανεκτή. Το φαγητό σχετικά φροντισμένο. Ατμόσφαιρα ελεγχόμενου τόπου.

Ο Διευθυντής, μικρός το δέμας, αεικίνητος και παρατηρητικός, επόπτευε ορατές και αόρατες πλευρές της λειτουργίας του χώρου.

Με είχε αμέσως ξενίσει το πνεύμα που διαπότιζε ακόμη και τους τοίχους. Ο στόχος μου όμως προσπερνούσε τα πιθανά μικρά καθημερινά προβλήματα.

Οι μέρες που κυλάνε, κάνουν το περιβάλλον πιεστικό και την ένταξη στο πνεύμα της ελεγχόμενης ζωής δύσκολη.

Η αδυναμία μου προσαρμογής στους έως και αστείους κανόνες, έγινε μεγάλο πρόβλημα, καθώς, με άγνοια κινδύνου, δειλά άρχισα να διατυπώνω τις αντιρρήσεις μου για την ιδέα της αδελφότητας, τα πνευματικά «προνόμια», τα πρωτεία στην αλήθεια που διεκδικούσε και την υποτίμηση που καλλιεργούσε σε ό,τι δεν εκτυλισσόταν στους κόλπους της.

Η Αδελφότητα διεκδικούσε το πλεονέκτημα της πνευματικής υπεροχής και την αυθεντικότητα στην ερμηνεία της αλήθειας.

Οι τριβές με το Διευθυντή μεγαλώνουν και οι αντιλήψεις που στα νεανικά μάτια μου είναι χριστιανικά ανυπόστατες, δίνουν στην αντιπαράθεση επιμονή και ένταση. Διαπίστωσα σύντομα ότι, ως παιδί ιερέα, μάλλον αυτό προσέθετε εχθρότητα στο πρόσωπό μου, καθώς δεν ήμουν παρά μέρος της τρέχουσας εκδοχής της Εκκλησίας, επιρρεπής στην αδυναμία κατανόησης του φωτός της αδελφότητας.

Ο Διευθυντής μαζί με τους δύο «υπαρχηγούς» του, με ειδοποίησε ότι δεν είχα θέση εκεί.

Οι διαδικασίες άμεσες. Εσπευσμένες θα έλεγα.

Την επομένη, βρήκα τα πράγματά μου στην είσοδο.

Πήρα το δρόμο της αποχώρησης, αφήνοντας πίσω τη Βουρνάζου 4.

Υ.Γ.  Τα σημειώνω αυτά ως στοιχεία ταυτότητας μιας άλλης εποχής, που επιβιώνει ως αντίληψη στις συνειδήσεις των ανθρώπων.

Κοινοποίηση