Εφημερίδα, ΤΟ ΒΗΜΑ, 04/08/2019
Είναι ασφαλώς ενδιαφέρουσα και σημαντική η πρωτοβουλία του Πρωθυπουργού να αναδειχθεί η σημασία της συμπλήρωσης 200 χρόνων από το 1821. Είναι ένας σταθμός. Μια ευκαιρία. Κάθε πρωθυπουργός και κάθε Κυβέρνηση θα υιοθετούσε το γεγονός και θα συνδεόταν μαζί του.
Είναι βέβαιο επίσης ότι η Επιτροπή που θα αναλάβει αυτή την ευθύνη θα κάνει τα αναγκαία. Και είναι πολλά και σπουδαία αυτά τα αναγκαία. Η ίδια όμως η ευκαιρία φέρνει μέσα της τα δικά της αναγκαία. Και είναι αυτά υπέρτερα από κάθε κυβερνητικό σχεδιασμό. Αυτά υποχρεωτικά θα τεθούν προς συζήτηση και υποχρεωτικά θα χρωματίσουν αυτή την μεγάλη πράγματι υπόθεση.
Η συνάντησή μας με τα 200 χρόνια θα είναι μια απόπειρα να επαναφέρουμε το παρελθόν και τα γεγονότα του στο παρόν και ταυτόχρονα να τα ξαναδιαβάσουμε ως σύγχρονοι Έλληνες. Να τα αποκρυπτογραφήσουμε, να τα συνδέσουμε με το σήμερα και να βρούμε σε αυτά ένα νόημα και ένα περιεχόμενο, που ελπίζεται να εμπλουτίσει το παρόν. Να συνομιλήσει μαζί τους. Να βρει μια ορμή ή μια δύναμη ή και μια έμπνευση.
Θα μπορούσε η σύγχρονη Ελλάδα να βρει με απαρχή το ΄21 μια έμπνευση και ένα νόημα; Δύσκολο φαίνεται. Θα μπορούσε όμως να συζητήσει. Ανοιχτά, ελεύθερα, δημοκρατικά. Πέρα από το όριο του κυβερνητικού ενδιαφέροντος, που είναι αναμενόμενο να ψάξει τη δική του φωνή και τον δικό του τρόπο παρέμβασης στο γεγονός.
Πολλά θα λεχθούν. Πολλά θα γραφτούν. Πολλά θα γίνουν. Το κρίσιμο είναι ένα. Αν μια συμβατική προσέγγιση περιορίσει το γεγονός σε μια επιλογή τρέχουσας χρήσης του. Ή αν αυτό μέσα από την δυναμική του, τη λαϊκότητα και τη συμμετοχή, εξελιχθεί σε μια αναζήτηση της αλήθειας των γεγονότων σε σχέση με το παρόν και σε μια δοκιμασία έτσι, αυτογνωσίας και αναστοχασμού.
Η συμβατική χρήση τους γεγονότος θα το περιορίσει σε μια φιλοσοφία rebranding της χώρας. Ως ευκαιρία μιας τρέχουσας εξωστρέφειας και ενός λόγου δυνατοτήτων και επιτευγμάτων. Αν όμως είναι νοητό το rebranding μιας χώρας δεν είναι ούτε εύκολο, ούτε νοητό το rebranding της συνείδησης. Και πάντως αυτό δεν νοείται, ούτε μπορεί, ούτε δύναται να γίνει μέσα από κυβερνητικές, κρατικού τύπου παρεμβάσεις.
Τα 200 χρόνια δίνουν την ευκαιρία να «γιορτάσουμε μαζί και ενωμένοι, με υπερηφάνεια για το παρελθόν μας και αυτοπεποίθηση για το μέλλον μας». Είναι η κυβερνητική διατύπωση. Κατανοητό.
Μόνο που η μυθοπλασία για το παρελθόν μας, δεν αποκρούεται με εορτασμούς και η αυτογνωσία δεν κερδίζεται με γιορτές. Δεν είναι το ζητούμενο να εξέλθουμε με εορτασμούς από το χρόνο. Κάθε εορτασμός απομακρύνει και αφαιρεί. Μεταθέτει την προσοχή. Κατασκευάζει τις συνθήκες. Ο αντι-εορτασμός οδηγεί στην αυτογνωσία.
Και το ζητούμενο σήμερα είναι η αυτογνωσία. Η διαγραφή της απόστασης μεταξύ φαντασίας του εαυτού μας και της πραγματικότητας της ζωής μας. Μόνο κάνοντας αυτό το βήμα μπορούμε να μιλήσουμε για γιορτή με την έννοια της «κοινωνίας όλων με όλα». Τα 200 χρόνια μας υπερβαίνουν. Έχουμε δρόμο μπροστά μας.