Εν τω μεταξύ, με την κοινωνία στα «κάγκελα», το πολιτικό σύστημα αρχίζει να μοιάζει με το λατινοαμερικανικό υπόδειγμα: ένα κυρίαρχο, λαϊκιστικό «σούπερ μάρκετ» κόμμα από τη μία και από την άλλη διάφορες, μεμονωμένες πια, αστικές φιγούρες που αδυνατούν να συγκροτήσουν μια στοιχειωδώς αποτελεσματική αντιπολίτευση με προοπτικές εξουσίας. Στην κατάσταση αυτή, η χώρα βρίσκεται σήμερα σε απόλυτο πολιτικό κενό, που δεν καλύπτεται από τίποτα και από κανέναν.
Η Νέα Δημοκρατία συνεχίζει να αυτοχαρακτηρίζεται κεντροδεξιό κόμμα της καραμανλικής παράδοσης, αλλά, εν τω μεταξύ, οι τρομαγμένοι, σχετικά ανεξάρτητοι ψηφοφόροι γύρω από το κέντρο, φιλελεύθεροι και συντηρητικοί, προοδευτικοί και σοσιαλδημοκράτες βρίσκουν εκεί –προεκλογικό κυρίως– καταφύγιο πιστεύοντας ότι είναι ο μόνος υπαρκτός χώρος που μπορεί κάποια στιγμή να σταθεί απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ. Η Ν.Δ., κατά την έννοια αυτή, είναι σήμερα ένα κόμμα-κέλυφος με άλλη ταμπέλα κι άλλο κοινωνικό περιεχόμενο. ΓιΆ αυτό και οι δημοσκοπήσεις μετά τις εκλογές την καθηλώνουν κάτω του 20% καθώς τουλάχιστον ένας στους τρεις ψηφοφόρους της δεν εκφράζεται καθόλου από το παραδοσιακό παρελθόν του νόθου καραμανλισμού όπως κι αν εκφράζεται αυτό σήμερα, παρά το ότι γνωρίζει ότι τα δεξιά και ακροδεξιά στοιχεία καθώς και ριζοσπαστικοποιημένοι ψηφοφόροι έχουν οριστικά αποχωρίσει από αυτήν για τους ΑΝΕΛ και τη Χ.Α. και για τον ΣΥΡΙΖΑ αντίστοιχα.Πλέον αυτού του 1/3 ή και 1/2 σχεδόν, υπάρχουν και οι πιο φιλελεύθεροι και ανώτερα κάπως μεσαία στρώματα με συντηρητικές κυρίως ρίζες, που επέλεξαν μάλιστα εξαιτίας της αλλοπρόσαλλης –αντιμνημονιακής– πολιτικής των τελευταίων μηνών της Ν.Δ. να αποχωρήσουν οριστικά και να ψηφίσουν «Ποτάμι». Οι δε ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ οπωσδήποτε δεν μπορούν να χαρακτηριστούν «αριστεροί» ή ριζοσπάστες. Οι τελευταίοι αυτοί έχουν αποχωρήσει από καιρό προς τον ΣΥΡΙΖΑ ή και εσχάτως προς το ΚΙΔΗΣΟ («Παπανδρεϊκοί»). Πρόκειται πλέον για προσωπικούς ψηφοφόρους του Ευ. Βενιζέλου, που πιστεύουν ότι, παρά τα λάθη του, παραμένει ο ίδιος κυρίαρχος σε έναν συμβολικό χώρο σαφώς περιορισμένο αλλά που ο ίδιος αποκλειστικά εκφράζει. Κατά συνέπεια, χωρίς τον Ευ. Βενιζέλο δεν υπάρχει ΠΑΣΟΚ.
Ο ψηφοφόρος γύρω από το κέντρο. Ο προνομιακός πολιτικά αυτός χώρος αποτελείται από κεντρογενείς ψηφοφόρους, μετριοπαθείς και μάλλον σχετικά ανεξάρτητους, φιλοευρωπαίους, φιλοδυτικούς καλύτερα, που θα ήθελαν επιτέλους την επικράτηση θεσμών αξιοκρατίας και ίσων ευκαιριών, ελεύθερης επιχειρηματικότητας με άρση των επιχειρηματικών εμποδίων, αλλά και ενός σύγχρονου/στοιχειώδους κοινωνικού κράτους με έμφαση στην υγεία και στα καλά δημόσια σχολεία και πανεπιστήμια. Πρόκειται για έναν μετακινούμενο –και καμιά φορά κάπως απολίτικο– τύπο ψηφοφόρων υψηλής εκλογικής επιρροής με μεικτά φιλελεύθερα και προοδευτικά χαρακτηριστικά που σε καμιά περίπτωση δεν αντιπροσωπεύει απόλυτα κανένας πολιτικός σχηματισμός σήμερα, και οι οποίοι δεν ικανοποιούνται καθόλου σε όποια προοπτική κεντροδεξιάς περιχαράκωσης της Ν.Δ., πολύ δε περισσότερο όταν αναμένουν η Ν.Δ. να μετακινηθεί σε αυτό που η ζήτηση της πολιτικής αγοράς την ωθεί: σε ένα πολυτασικό, πλουραλιστικό, ευρύτερο και ευρύχωρο «ανοικτό κόμμα» που η επιρροή του να φτάνει στις παρυφές της «όλης αστικής παράταξης».
Η ευκαιρία που προσφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ. Στην πραγματικότητα ο ΣΥΡΙΖΑ προσφέρει σήμερα μια ανεπανάληπτη ευκαιρία να επανασυγκροτηθεί η «αστική δημοκρατική παράταξη», όχι φυσικά ως ένα άθροισμα ψηφοφόρων και υπαρχουσών ηγεσιών ή μια βιαστική συγκόλληση «κεντροαριστεράς – κεντροδεξιάς», αλλά –με κορμό την κεντρώα πλειοψηφική εκδοχή της Ν.Δ.– ως μια υπέρβαση της σημερινής κατάστασης, μετατρέποντας τα ριζοσπαστικά στοιχεία από «περικυκλωτικά του κέντρου» σε μειοψηφικά περιθωριακά. Αυτό δεν απαιτεί ούτε τη διάλυση ούτε τη διαδοχή αλλά ούτε και τη μη διαδοχή σε κάποιο από τα υπάρχοντα αστικά κόμματα, γιατί κάτι τέτοιο δεν θα είχε σημασία. Το ίδιο, κάθε μεμονωμένη προσπάθεια διαφόρων «προσωπικοτήτων» και ομάδων από το παρελθόν είναι καταδικασμένη στην αποτυχία γιατί, εκτός των άλλων, στοχεύει και σε μια κεντροαριστερή πελατεία που δεν υπάρχει, η οποία έχει ριζοσπαστικοποιηθεί στο μεγάλο της μέρος κι έχει γίνει ΣΥΡΙΖΑ. Τελεία και παύλα εδώ.
Όμως είναι εφικτή η ενοποίηση, ή έστω η ομοσπονδιοποίηση του κεντρογενούς κοινωνικού σώματος σήμερα, «… από την κεντροδεξιά έως και τη σοσιαδημοκρατία»; Πιθανώς ναι. Τους χωρίζει ένα χάσμα από τον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς πιστεύουν στην αρετή της μετριοπάθειας, του συμβιβασμού και του διαλόγου, είναι όλοι δημοκράτες, ευρωπαϊστές, νοικοκυραίοι, συγκρατημένοι φιλελεύθεροι και μετριοπαθείς, ήπιοι συντηρητικοί και προοδευτικοί σοσιαδημοκράτες, μετακινούμενοι ενίοτε ψηφοφόροι αλλά στον ίδιο αστικό χώρο. Επιθυμούν την «Αλλαγή με περιεχόμενο», πιστεύουν στην ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας, θέλουν λιγότερο κράτος, αλλά επιζητούν προστασία και ασφάλεια από αυτό. Θα ήθελαν έναν κρατικό μηχανισμό που «διευκολύνει» ή και τους αφήνει ήσυχους να ζήσουν τη ζωή τους, παρά να τους ενοχλεί κάθε τόσο. Οι περισσότεροι σήμερα επιθυμούν σφόδρα να απομακρυνθούν από τον εφιάλτη των κρίσεων, της παρακμής, της αβεβαιότητας και της διαφθοράς. Επιζητούν επίσης κράτος δικαίου και κυρίως αξιοκρατία, κυρίως αξιοκρατία. Η επιστροφή στην κανονικότητα αυτή της χώρας γίνεται σιγά σιγά η μεγάλη τους ελπίδα και προσδοκία, γεγονός όμως που η αστική παράταξη σήμερα δεν μπορεί με τίποτα να αξιοποιήσει στην κατάσταση που βρίσκεται, ζαλισμένη από τις διασπάσεις και τις ήττες, κοινωνικές και πολιτικές.
Η αστική παράταξη χρειάζεται σήμερα ένα Big Bang. Έναν τρόπο να συμπεριλάβει όλες τις αστικές δημοκρατικές δυνάμεις του τόπου με την προϋπόθεση οι όποιες σημερινές πολιτικές δυνάμεις να συμβάλουν θετικά στο εγχείρημα αυτό. Ιδίως η Ν.Δ. Μία από τις δυσκολίες του εγχειρήματος αυτού είναι, φυσικά, και το πρόσωπο που θα ηγηθεί του ευρύτερου χώρου. Και το χειρότερο είναι πως πιθανόν δεν υπάρχει η πολυτέλεια του χρόνου εάν, για παράδειγμα, προκηρύσσονταν τον άλλο μήνα εκλογές ή δημοψήφισμα. Τι πολιτικά και ηλικιακά χαρακτηριστικά πρέπει να έχει ένα τέτοιο ευρύχωρο πολιτικά πρόσωπο; Το ερώτημα είναι εύλογο και ζητάει άμεσα απάντηση. Ο νηπιακός ενθουσιασμός του «Ποταμιού», η παλαιολιθικότητα του ΠΑΣΟΚ και ο νόθος φεουδαρχικός καραμανλισμός στη Ν.Δ. σίγουρα δυσπιστούν σε μια τέτοια προοπτική, αλλά η εποχή δεν είναι για «politics as usual» ούτε για προσωπικούς αρχηγικούς υπολογισμούς. Αλλιώς, να ξέρουν οι αστοί πολιτικοί ότι θα είναι το ίδιο και περισσότερο υπεύθυνοι γι’ αυτό που θα συμβεί όταν σύντομα αντιμετωπίσουν την Ιστορία.
* Ο κ. Θοδωρής Πελαγίδης είναι NR Senior Fellow στο Brookings Institution, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς.