Διαβάζω το My Greek Drama. Έχει σημεία όπου οι γραμμές φουσκώνουν από πρόκληση. Η Γιάννα συχνά υπονομεύει με το ύφος της αυτό που κάνει. Αλλά αν δεν ήταν αυτό, δεν θα ήταν η Γιάννα. Ειλικρινά προκλητική και προκλητικά ειλικρινής. Και σίγουρα όχι απλή περίπτωση πλούσιας. Προτιμά να σου δείξει το μονόπετρο και όχι τις φιλανθρωπίες της. Ναι, όντως είναι ικανή να σε ανεβάσει ψηλά και μετά να σε χτυπήσει κάτω σαν χταπόδι- τα γράφει στο βιβλίο. Είτε σου αρέσει, είτε όχι, άφησε το σημάδι της στη χώρα. Και δεν ήταν από τα τακούνια της.
Δεν ξέρω αν αυτό το βιβλίο θα δώσει στη χώρα και στη Γιάννα την ευκαιρία να καθαρίσουν τους λογαριασμούς και να λύσουν τις παρεξηγήσεις τους. Είμαστε η μοναδική χώρα που έκανε καλούς Ολυμπιακούς Αγώνες και αμέσως μετά κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια για να τους απαξιώσει, να τους καταγράψει στη συλλογική μνήμη σαν πληγή. Πριν από λίγο καιρό ο Στουρνάρας είπε στη Βουλή ότι οι Αγώνες έφεραν οικονομικό όφελος στη χώρα. Αυτό δεν είναι αποδεκτό από όλους. Όμως πώς ακριβώς μπορείς να αποτιμήσεις το όφελος μίας τόσο μεγάλης διοργάνωσης; Και ασφαλώς δεν ευθύνεται η διοργάνωση, αν οι ελληνικές κυβερνήσεις ανέχθηκαν τις υπερτιμολογήσεις των εθνικών κατασκευαστών, άφησαν τα έργα αναξιοποίητα ως λευκούς ελέφαντες και εγκατέλειψαν στη λήθη ένα μαζικό κίνημα εθελοντισμού. Oύτως ή άλλως η ολυμπιακή ιστορία γράφεται από οργανωτικές επιτροπές που ζητούν «τέρατα» και από κυβερνήσεις που επαναφέρουν το μέτρο. Εδώ τι έγινε; Σίγουρα δεν έγινε μία πραγματική συζήτηση περί σχεδιασμού και αξιοποίησης της ολυμπιακής κληρονομιάς.
Χάρη στους Αγώνες η Αθήνα απέκτησε έργα υποδομής ζωτικής σημασίας και όλοι εμείς, που ζούμε εδώ, μάθαμε ότι μπορούμε να λειτουργήσουμε, ως πολίτες και ως πόλη, με καλύτερο τρόπο. Αν συμφωνείς ότι οι Αγώνες έπρεπε να γίνουν, τότε πρέπει να ξύσεις πολύ το κεφάλι σου για να βρεις καταλληλότερο πρόσωπο από τη Γιάννα για να τους διεκδικήσει και να τους «τρέξει». Αίσθηση πατριωτισμού; Έπαρση ή λανθάνουσα άποψη περί πεπρωμένου; Τρέλα; Οι Αγγελόπουλοι έδωσαν 15 εκατ. δολάρια για τη διεκδίκηση. Και μετά; Πρέπει να γίνεις Γιάννα: πιεστική και σκληρή. Ευρηματική. Ξέρετε άλλο τρόπο για να κάνεις Ολυμπιακούς σε μία χώρα που δεν μπορεί να κάνει μία αποκρατικοποίηση; Το βιβλίο σου λέει, μεταξύ άλλων, ότι το μεγαλύτερο project που έγινε ποτέ στη χώρα πραγματοποιήθηκε υπό συνθήκες ανορθόδοξες, συχνά απίστευτες και εξωφρενικά παράλογες. Έγινε. Και δεν καταφέραμε να το αποδεχθούμε, λες και ήταν ξένο προς τη φύση μας. Ποιος έχει το μεγαλύτερο πρόβλημα με αυτό; Η χώρα ή η Γιάννα; Πιθανότατα και οι δύο, αλλά για διαφορετικούς λόγους. Ωστόσο έπρεπε να συνυπάρξουν και μετά τους Αγώνες. Αν μη τι άλλο, κάποιος όφειλε να ζητήσει από τη Γιάννα να αναλάβει και την αξιοποίηση όσων ζήτησε η ίδια να γίνουν.
Τα βιβλίο θα μπορούσες να το δεις και σε ταινία: η κοπέλα από την επαρχία που φτάνει να συνομιλεί με τον Κλίντον. Έχει σημεία με εκτενείς περιγραφές, αλλά επιλεκτικές λεπτομέρειες. Θυμίζει και παραμέτρους που είχαν λησμονηθεί. Ας πούμε, παρά τα λαϊκώς θρυλούμενα, δεν είναι η Γιάννα που σκέφτηκε να φέρει τους Αγώνες στη χώρα, αλλά είναι η κυβέρνηση που της ζήτησε να αναλάβει την αποστολή. Και αργότερα είναι πάλι ο Σημίτης που της ζητεί να «τρέξει» τη διοργάνωση. Ωστόσο δεν ικανοποιείται ο αναγνώστης που θέλει να μάθει περισσότερα για τα της διεκδίκησης των Αγώνων – λογικό, κάποια πράγματα δεν γράφονται. Επίσης έχει μία μοναδική ιδιαιτερότητα: είτε συμπαθείς, είτε αντιπαθείς τη Γιάννα, το βιβλίο θα επιβεβαιώσει την εκτίμησή σου, κοινώς είναι αυθεντικό. Η αγγλική γραφή σαφώς απευθύνεται σε ξένο κοινό που δεν γνωρίζει τα ελληνικά πράγματα. Ίσως η ελληνική έκδοση να έχει λεπτομέρειες που θα ταϊσουν περισσότερες συζητήσεις. Όποιος έχει παρακολουθήσει από κοντά τα γεγονότα θα εντοπίσει ορισμένα κενά στην αφήγηση, σε επιχειρησιακό και πολιτικό επίπεδο. Ωστόσο είναι η ιστορία της δημόσιας ζωής της, όχι η ιστορία της χώρας, ασχέτως αν κάποια στιγμή αυτές οι δύο γραμμές τέμνονται.
Γιατί η Γιάννα αποφάσισε να μιλήσει τώρα; Υποθέτω ότι η απάντηση είναι προφανής: έχει την άνεση και το δικαίωμα να αφηγηθεί τη δική της εκδοχή. Εδώ και χρόνια άκουσε περισσότερα από αυτά που είπε. Και αν μη τι άλλο, οι ιστορίες σου χάνουν κάτι από την αξία τους αν δεν μπορείς να τις διηγηθείς. Ασφαλώς, αν δεν είχε αποτύχει το εγχείρημα του Ελεύθερου Τύπου θα την ακούγαμε περισσότερο. Μπορεί τότε να βρίσκαμε και την απάντηση στο ερώτημα που χρόνια σέρνεται, ως υπόσχεση και κυρίως ως απειλή, στην πιάτσα. Τι θέλει να κάνει; Η ίδια γράφει ότι θέλει να προσφέρει. Δεν βάζει τελεία, αλλά αποσιωπητικά. Μπορεί και εκείνη την ίδια απορία να έχει.
Υ.Γ.: Έχω εργαστεί στην «Αθήνα 2004» και στον Ελεύθερο Τύπο, επί ιδιοκτησίας Αγγελοπούλου.