Αν και δεν γνωρίζουμε ως αυτή τη στιγμή τα ακριβή κίνητρα των βομβιστικών επιθέσεων στη Βοστώνη, το γεγονός από μόνο του μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αναστοχασμού. Οι συγκρίσεις δεν οδηγούν πάντα σε ικανοποιητική κατανόηση της πραγματικότητας, πόσω μάλλον όταν στηρίζονται ως ένα σημείο σε υποθέσεις. Αν, παρ’ όλα αυτά, θα έπρεπε να αναζητήσει κάποιος ένα κοινό στοιχείο ανάμεσα στις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου και σε αυτήν της Βοστώνης, σίγουρα θα χρειαζόταν να σταθεί σε ορισμένες ερμηνείες τους, όπως σε αυτήν που γράφτηκε την επομένη της επίθεσης σε τοπική εφημερίδα: ο μαραθώνιος της Βοστώνης, έγραφε η εφημερίδα, είναι το κορυφαίο γεγονός για την πόλη, ένα γεγονός-φάρος, ο απτός δεσμός μας με τον υπόλοιπο κόσμο. Ο εορτασμός της «Ημέρας των πατριωτών», της πρώτης μάχης του πολέμου της ανεξαρτησίας, είναι εκείνη η γιορτή κατά την οποία η πόλη επιδεικνύει την ποικιλομορφία της. Με άλλα λόγια, το βίαιο πλήγμα που δέχθηκε η πόλη ήταν διπλό: από τη μία πλευρά συμβολικό, σκοπεύοντας κατάστηθα τον ιδρυτικό πολιτικό δεσμό δια του οποίου μια κοινότητα ανθρώπων συγκροτήθηκε σε δημοκρατικό έθνος, και, από την άλλη πλευρά, αυτό το χτύπημα έπληξε την ιστορική της συνέχεια, τους σημερινούς ανθρώπους της και τους προσκεκλημένους της, αθλητές και θεατές. Αυτή η πόλη επλήγη εξ αντικειμένου ως η ενσάρκωση του εθνικού δημοκρατικού συμβόλου στην εκδίπλωσή του, ως επικαιρική και άφοβη εκτύλιξη μιας ακατάβλητης παράδοσης, στο χαρούμενο και αέναο άνοιγμά της σε όλη την υφήλιο. Το πλήγμα στη γιορτή του μαραθωνίου ήταν μια επίθεση σε αυτόν τον δημοκρατικό πατριωτισμό που φέρει μέσα του τον σπόρο της οικουμενικότητας, της οικουμενικοποίησής του και, με ειρηνικό τρόπο, εκβάλλει στο «αντίθετό» του, στην de facto πολυπολιτισμικότητα, στον κοσμοπολιτισμό.

Αλλά αυτός ο κοσμοπολιτισμός δεν ήταν που επλήγη και από τις μηδενιστικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου; Οι προϋποθέσεις αυτού του ρήγματος στην οικουμενικότητα ανάγλυφα συνοψίστηκαν τότε από τον φιλόσοφο Αντρέ Γκλυξμάν, ο οποίος, «βλέποντας» μέσα από τα χαλάσματα των Δίδυμων Πύργων να αναδύεται η φιγούρα του Ντοστογέφσκι, είχε προβεί στην καίρια παρατήρηση: η ικανότητα να μπορεί κάποιος να πυρπολεί όλο και ευκολότερα το Σύμπαν εκδημοκρατίζεται με μεγάλα βήματα. Έναν τέτοιον εκδημοκρατισμό, δηλαδή μια παράδοξη μαζικοποίηση/εξατομίκευση της βίας, τον είδαμε, εκτός από τις τρομοκρατικές επιθέσεις σε Μαδρίτη και Λονδίνο που ακολούθησαν, και σε μια άλλη φονική πυρκαγιά, σε αυτήν που άναψε ο «μοναχικός λύκος», ο ακροδεξιός τρομοκράτης Μπρέιβικ στην Ουτόγια της Νορβηγίας. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις παραστήκαμε μάρτυρες των παρανοϊκών μορφών που μπορεί να λάβει η ριζοσπαστική, η εμπόλεμη εκδοχή του μίσους κατά της Δύσης ως συγκαιρινής απόλυτης αρνησικοσμίας στη διαδικτυακή εποχή παγκοσμίωσης του κόσμου.

Τούτη η βίαιη άνοδος της αντι-Δύσης μέσα στην ίδια τη Δύση, τούτη η ατομική ή συλλογική βία, είναι πάντα παρανοϊκή, ακόμα και όταν είναι έλλογα και επιμελώς σχεδιασμένη και οργανωμένη, όπως συμβαίνει στην πλειονότητα των περιπτώσεων. Σε ορισμένες από αυτές, οι φορείς τους ήταν ριζοσπάστες ισλαμιστές, στην άλλη στόχος ήταν ο συνωμοσιολογικής αφετηρίας «κίνδυνος» από έναν φανταστικό «εξισλαμισμό της Ευρώπης», τον οποίο και σιγοντάρουν δυτικοί «πολιτισμικοί μαρξιστές», απροϋπόθετοι κήρυκες της ανάμειξης των πολιτισμών και κατάργησης των «φυσικών», και ως τέτοιων αμετάλλακτων, ταυτοτήτων. Το κοινό τους στοιχείο, αυτό του παρανοϊκού πνεύματος, σε μια περίοδο αδυνατίσματος του δημοκρατικού συμμετοχικού νοήματος με την ταυτόχρονη ανεμπόδιστη πρόσβαση στην τεχνογνωσία του υλικού πολιτισμού μέσων μαζικής καταστροφής, εικονίζεται στις μορφές που προσλαμβάνει ο σημερινός ασύμμετρος, και γενοκτονικής φοράς, «πόλεμος» («όλοι ένοχοι»), τον οποίο ορισμένοι ίσως βιάστηκαν να απορρίψουν ως κατασκευασμένο άλλοθι μιας δυτικής κυριαρχίας.

Αυτή η μεγάλων διαστάσεων παρανοϊκή βία, που γίνεται ακόμα μεγαλύτερη καλύπτοντας όλη την υδρόγειο μέσα και από την σε πραγματικό χρόνο διάδοση του εκάστοτε «συμβάντος», φαίνεται να έχει έδρα μια μανιχαϊκή και μνησίκακη σύλληψη και απόρριψη της κίνησης του κόσμου. Μοναχική ή συλλογική, «πολιτική» ή «απολιτική», μπορεί να είναι η φονική αποτύπωση ενός διαταραγμένου εγωισμού. Τα καταστροφικά αποτελέσματα του οποίου μπορεί να επιταθούν στις περιπτώσεις όταν ο τρόμος που σπέρνουν υπακούει σε «πολιτικές» επιδιώξεις. Εκτός από τα επιβεβλημένα και δημοκρατικά θεσπισμένα μέτρα πρόληψης, η εξίσου δημοκρατική υπεράσπιση της ελευθερίας και της ασφάλειας του κόσμου, της ειρηνικής του συνύπαρξης, είναι μονόδρομος. Κάπως έτσι δεν συνόψισε την ουσία της δημοκρατικής πολιτικής η Χάνα Αρεντ;

 

Ο κ. Ανδρέας Πανταζόπουλος είναι επίκουρος καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

 

Κοινοποίηση