Όταν οι κομμουνιστές μετά το 1948 εδραιώθηκαν στην εξουσία, ήταν μια ομάδα εντελώς ξένη στη βούληση της τεράστιας πλειοψηφίας των πολωνών πολιτών για αστική φιλελεύθερη δημοκρατία. Μετά τη σταλινική περίοδο, η Πολωνία βάδιζε από το καθεστώς των «επιλεκτικών διώξεων» (1956-81) στο κίνημα της Αλληλεγγύης του 1980 που επιχειρήθηκε να καταπνιγεί με το πραξικόπημα της 13ης Δεκεμβρίου 1981. Ήταν όμως εμφανής η αδυναμία του καθεστώτος να σβήσει τη σπίθα της ελευθερίας που το ανεξάρτητο Συνδικάτο Αλληλεγγύη και ο επικεφαλής του Λεχ Βαλέσα είχαν ανάψει στην ψυχή ενός από τους πλέον ευρωπαϊστές λαούς (όχι τυχαία, η Πολωνία είναι σήμερα η χώρα στην οποία η Ευρώπη αναγνωρίζεται ως υπέρτατη πολιτική αξία από το 80% των πολιτών της, παρά τις προσπάθειες για το αντίθετο που καταβάλλει η υπερσυντηρητική ηγεσία της εθνικής Καθολικής Εκκλησίας).
Τον χειμώνα του 1981 καιροφυλακτούσε ο κίνδυνος επανάληψης της σοβιετικής εισβολής στην Πράγα. Οι Σοβιετικοί ήταν έτοιμοι «να χορέψουν με τα τανκς» στην πλατεία της Βαρσοβίας. Το πραξικόπημα όμως δεν μπόρεσε να σταματήσει τη ροή της Ιστορίας. Ο ίδιος ο πραξικοπηματίας Γιαρουζέλσκι (είναι φανερό πως έτσι σταμάτησε την πορεία της χώρας προς τη δημοκρατία, αλλά με αυτόν τον τρόπο απέφυγε και τη σοβιετική εισβολή) οδήγησε το 1988 τις καθεστωτικές δυνάμεις και εκείνες της αντιπολίτευσης στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Επιτεύχθηκε τότε μια συμφωνία, βάσει της οποίας στην πολωνική Βουλή των 460 εδρών οι 299 θα ανήκαν στα καθεστωτικά κόμματα και οι υπόλοιπες 161 έδρες θα εκλέγονταν ελεύθερα. Στις εκλογές της 4ης Ιουνίου, η Αλληλεγγύη κέρδισε τις 160 έδρες των ελεύθερων εκλογών. Από τις 100 έδρες της Γερουσίας που ήταν εντελώς ελεύθερες, οι υποψήφιοι της Αντιπολίτευσης πήραν τις 99! Στον α’ γύρο εκλέχτηκαν μόνο 165 από τους 299 που ανήκαν στους υποψηφίους του καθεστώτος. Όπως ήταν φυσικό, στον β’ γύρο που θα εκλέγονταν οι υπόλοιποι «κομμουνιστές» η αποχή έφθασε στο 75%. Μικρή σχετικά, γιατί κανείς δεν ανέμενε ότι οι κομμουνιστές θα εγκατέλειπαν την εξουσία ό,τι και να ψήφιζαν οι πολίτες. Ομως εδώ υπήρξε καθοριστική η παρέμβαση του προσφάτως εκλιπόντος στρατηγού Γιαρουζέλσκι. Αυτός ανέλαβε την προεδρία της χώρας υλοποιώντας το σύνθημα του (τότε επαναστάτη και σήμερα διευθυντή μεγάλης εφημερίδας) Ανταμ Μίχνικ: «Δικός σας ο πρόεδρος, δικός μας ο πρωθυπουργός» – και παρέδωσε ουσιαστικά την κομμουνιστική εξουσία στη βούληση του πολωνικού λαού. Η Ιστορία θα τον θυμάται και από τις δύο πλευρές του.
Στην Ελλάδα, τότε, τα ΜΜΕ από τα ξένα θέματα ασχολούνταν μόνο με τις εκλογές του Γκορμπατσόφ, εκλογές μεταξύ κομμουνιστών και κομμουνιστών. Αγνοούσαν ό,τι συνέβαινε στην Πολωνία, όπως σήμερα ασχολούνται με το 1% του Δεξιού Τομέα στην Ουκρανία και όχι με το υπόλοιπο 99% των ουκρανών πολιτών.
Τις ημέρες του Μαΐου και του Ιουνίου 1989 βρέθηκα στην Πολωνία. Σε συνομιλίες μου με πολωνούς φίλους και σε τοπικά παραρτήματα της Αλληλεγγύης δεν μπορούσαν να αντιληφθούν πώς μπορούσα, τότε, να υποστηρίζω τόσο φανατικά την Αλληλεγγύη και ταυτόχρονα να διαβάζω μια εφημερίδα, την «Αυγή», που πάνω της ήταν τυπωμένο το σφυροδρέπανο. Γι’ αυτούς σφυροδρέπανο και ελευθερία ήταν πράγματα άκρως αντίθετα. Δεν υπήρχε τίποτα ενδιάμεσο μεταξύ κομμουνισμού και ελευθερίας, ούτε ευρωκομμουνισμός, ούτε ανανεωτική Αριστερά.
Δεν μπορούσα να τους καταλάβω που δεν με καταλάβαιναν. Χαριτολογώντας, ένας φίλος στα γραφεία της Αλληλεγγύης μού είπε ότι η μόνη διαφορά που έβλεπε στο σφυροδρέπανο της «Αυγής» ήταν ότι είχε φορά από τα δεξιά προς τα αριστερά – του «Ριζοσπάστη» ήταν και παραμένει στην αντίθετη φορά. Σήμερα, γνωρίζω ότι εκείνοι οι φίλοι μου είχαν δίκιο. Καμία ανανεωτική Αριστερά δεν μπορεί να υπάρξει αν αυτή δεν συνδέσει το μέλλον της με τη διακυβέρνηση μέσα στην Ευρώπη. Αυτό σημαίνει καθολική άρνηση κάθε ιδεολογικού μονοθεϊσμού και αποδοχή της κυβερνώσας σοσιαλδημοκρατίας, χωρίς ενδιάμεσους πόλους και άλλα παρεμφερή απολίτικα πράγματα.