Τα φοβικά σύνδρομα της κλειστής και προστατευμένης κοινωνίας συχνά επανέρχονται όταν μια κοινωνία βιώνει μια μεγάλη κρίση και βρίσκεται αντιμέτωπη με νέες προκλήσεις, όπως η ελληνική και προσφάτως η κυπριακή. Ο εθνικισμός και η ξενοφοβία (μαζί με την κοινωνική ανασφάλεια) απέκτησαν από τότε που ξέσπασε η κρίση μεγαλύτερο ακροατήριο, χωρίς βέβαια να έχουν γίνει πλειοψηφικές.
Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από την Ελλάδα – το φάντασμα του εθνολαϊκισμού. Ο εθνολαϊκισμός είναι ένα ιδεολογικό αμάλγαμα εθνοκεντρισμού και λαϊκισμού, όπου φόβοι και μεγαλοϊδεατισμοί συνυπάρχουν. «Η τρόικα παραβιάζει την κυριαρχία μας», «οι μεγάλες δυνάμεις συνωμοτούν εναντίον μας», «η Ε.Ε. απειλεί την ταυτότητα και τις παραδόσεις μας», «τα σύνορα μας απειλούνται». Ο εθνολαϊκισμός απευθύνεται στο πηγαίο αίσθημα και όχι στο λογικό επιχείρημα, καθώς δεν ενδιαφέρεται για μια συγκροτημένη επιχειρηματολογία.
Στηρίζεται σε έναν λόγο καταγγελτικό της εγχώριας υποχωρητικότητας και των διεθνών συνωμοσιών, καθώς ενδιαφέρεται μόνο να προκαλέσει διαμαρτυρίες, να συσκοτίσει, να αποπροσανατολίσει, να μηδενίσει και εν τέλει να συγκεράσει τις απογοητεύσεις σε μια καθολική άρνηση οδηγώντας στον απομονωτισμό. Εξυμνεί την ιδιαιτερότητα των Ελλήνων και καλλιεργεί την αίσθηση του χαρισματικού, ανάδελφου και συχνά προδομένου/αδικημένου λαού αναγορεύοντας κάθε είδους λαϊκίστικη συνθηματολογία και αντιιμπεριαλιστική ρητορεία σε εκφάνσεις του αντιστασιακού πνεύματος των Ελλήνων απέναντι στους ξένους, τους Τροικανούς και τη νέα τάξη.
Με τον τρόπο όμως αυτό, ο εθνολαϊκισμός αποσιωπά τις δικές μας ευθύνες, οι οποίες μονίμως μεταθέτονται στους άλλους. Αυτό που δικαιούμαστε και αξίζουμε συχνά δεν το κατορθώνουμε, όχι εξαιτίας «συνομωσιών», αλλά γιατί δεν οργανωθήκαμε σωστά, δεν προετοιμαστήκαμε επαρκώς και δεν δουλέψαμε αρκετά. Ο εθνολαϊκισμός βρίσκει σήμερα απήχηση, και μάλιστα σε ένα πλαίσιο απαισιοδοξίας για το μέλλον, όχι μόνο σε ένα τμήμα του ελληνικού λαού, αλλά και του πολιτικού κόσμου. Η έξοδος, ωστόσο, της χώρας δεν περνά μέσα από τον εθνικιστικό λαϊκισμό αλλά μέσα από μια ολοκληρωμένη εθνική στρατηγική του ελληνισμού.
Μια εθνική στρατηγική απαιτεί προτάσεις, σχέδιο και χειροπιαστά αποτελέσματα και όχι τακτικισμούς, γενικόλογες τοποθετήσεις και υψηλούς τόνους αντιπαράθεσης. Απαιτεί προγραμματισμό, ιεράρχηση στόχων και συντονισμό δράσης, κυρίως, όμως μια εθνική πολιτική ηγεσία πρόθυμη να θυσιάσει το βραχυπρόθεσμο όφελος χάρη του μακροπρόθεσμου οφέλους. Μια εθνική στρατηγική που βρίσκεται σε ρήξη με την επιδίωξη της «μικράς εντίμου Ελλάδος», αλλά αντίθετα ανοίγει την Ελλάδα στην Ευρώπη και τον κόσμο με αυτοπεποίθηση και με γνώση των δυνατοτήτων της και των στόχων που μπορεί να πετύχει, αποτελεί εγγύηση για την έξοδο της χώρας από την κρίση αλλά και έναν τρόπο να επικαιροποιηθεί το μήνυμα της επετείου της 25ης Μαρτίου με τρόπο υπεύθυνο και δημιουργικό.
Ο Χρήστος Μπαξεβάνης είναι δικηγόρος και Διδάκτωρ Νομικής του Α.Π.Θ.