Πρώτη δημοσίευση: 19/06/2021, εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ
Όλα τα συνοδεύει τις μέρες αυτές μια αμφιβολία. Δεν πρόκειται για ερευνητικό βήμα αναζήτησης ή έκφραση απορίας. Είναι αμφιβολία άρνησης. Είναι άρνηση της εμπιστοσύνης.
Πέρα από δημοσκοπικές βεβαιότητες και στιγμιαίες καταγραφές, ένα υπόγειο ρεύμα αμφιβολίας διαβρώνει αθόρυβα το κοινό θεμέλιο και καθιστά ευάλωτο κάθε στόχο άμεσης επιδίωξης ή εφαρμογής. Η αμφιβολία διάσπαρτη αγγίζει πρόσωπα και υπονομεύει πολιτικές . Η σταθερή πορεία απαιτεί τη σταθερή εμπιστοσύνη. Δεν υπάρχει. Το ελάχιστο τυχαίο έρχεται συχνά να το θυμίσει.
Η αμφιβολία έχει βαθιές ρίζες. Δεκαετίες τώρα κάθε εναπόθεση εμπιστοσύνης διαψεύστηκε, η αμοιβαιότητα στην πολιτική σχέση δεν επιβεβαιώθηκε, η διαγραφή ρητών δεσμεύσεων έγινε συχνά άσκηση πολιτικής πανουργίας. Το κοινωνικό σώμα έμαθε να μην πιστεύει.
Είναι ο καρπός αυτής της παιδαγωγικής η σημερινή παραλυτική αμφιβολία. Τι και ποιόν να εμπιστευθείς; Δραματικό το ερώτημα, που συχνά εδώ καταγράφω. Η αντίδραση που σημειώθηκε με αφορμή τις πρόσφατες ανακοινώσεις για το εμβόλιο της ΑstraΖeneca έχει πολλαπλασιάσει αυτή την αμφιβολία στους νέους ανθρώπους, σε βαθμό που εντυπωσιάζει η έντασή της. Είναι η αφορμή. Η αμφιβολία διαπερνά το σύνολο της ματιά τους και αγκαλιάζει το είναι τους. Η αμφιβολία είναι αγωνία.
Αν τα ηλεκτρονικά ΜΜΕ δεν ήταν απορροφημένα από τον εντυπωσιασμό του εφήμερου και έψαχναν το επίμονο διαρκές, θα συναντούσαν αυτή την αμφιβολία της αγωνίας για το μέλλον των νέων ανθρώπων στη σύγχρονη Ελλάδα, που το σταθερό είναι ρευστό και το σημαντικό ασήμαντο, ανάλογα με το κριτήριο ισχύος και εξουσίας.
Η απουσία ενός πειστικού σχεδίου για τη χώρα, μιας ελάχιστης έστω βεβαιότητας για το αύριο, κάνει την αμφιβολία κατάσταση και την άρνηση καθεστώς. Συμπεριφορές νέων ανθρώπων, που, μετά την περιστολή της πανδημίας, ξεφεύγουν μέσα από τη διασκέδαση κυρίως σε άμετρες πράξεις, δεν είναι παρά τυφλή έκφραση αυτής της αμφιβολίας για όλα, που δεν έχει απλώς επίγνωση του εαυτού της.
Οι πολιτικές δυνάμεις, ακολουθώντας στερεοτυπικά τους γνωστούς τρόπους δράσεις, αγνοούν αυτές τις πλευρές των πραγμάτων, παρακάμπτοντας ανάγκες και ανθρώπους. Ως γραφειοκρατικοί μηχανισμοί τα πολιτικά κόμματα, όχι μόνο αρνούνται , αλλά βλέπουν με φόβο το ενδεχόμενο να τεθεί από τα ίδια το ζήτημα του νοήματος, να γίνουν τα ίδια αυτό που από τον πυρήνα της φύσης τους είναι: επεξεργαστές νοήματος.
Εκεί το ανθρώπινο αίτημα της αμφιβολίας θα έπαιρνε άλλη διάσταση. Θα ήταν γόνιμη απορία. Θα γεννούσε απαντήσεις και θα έχτιζε δεσμούς κοινής πορείας. Μοιάζουν ουτοπικές αυτές οι παρατηρήσεις. Γι’αυτό μπορεί και το κείμενο αυτό να αδυνατεί να αποδώσει την ένταση της αγωνίας, της τόσο νεανικής πάντα αυτής αμφιβολίας.