Έτσι καταγράφηκαν στη συνείδησή μας τα μνημεία.

Επιστρέφοντας το απόγευμα του περασμένου Σαββάτου στην Αθήνα, ακούω σε ραδιοφωνική μετάδοση τα εγκαίνια του Μουσείου της Ακρόπολης: αφίξεις, παρουσίες, απουσίες, συνοδείες, περιγραφές, ύμνους, λόγους αυτάρεσκους και αυτοπεριποιητικούς. Τελικά, πολλά χρόνια μετά τα μαθητικά, βλέπω τις περιγραφές των λαμπρών μνημείων με άλλη ματιά. Βλέπω αυτό που δε θα έπρεπε να είναι τα εγκαίνια του μουσείου της Ακρόπολης. Βλέπω μια παράσταση της εξουσίας και μέσα της ένα υπερβολικό άγχος πολιτικής αυτοδικαίωσης. Και αυτό το τελευταίο κατέλαβε τελικά την ατμόσφαιρα ακόμη περισσότερο και από την υπερβολή και την κοσμικότητα, που ήδη κέρδισε μπροστά στις κάμερες το στοιχείο της πνευματικότητας, το οποίο θα όφειλε να είναι το κυρίαρχο.

Καθώς η αφήγηση συνεχιζόταν και έπεφτε σιγά σιγά το σκοτάδι, με τα φώτα της σύγχρονης Αθήνας να προβάλλουν στο βάθος, ένιωσα την έλλειψη και την απουσία.

Έλειψε η δασκάλα από την Ήπειρο, ο οικοδόμος από την Πάτρα, ο αγρότης από το Άργος, ο μαθητής από τη Ναύπακτο, ο μαραγκός από την Καβάλα, ο ψαράς από την Κάλυμνο. Έλειψε από τα εγκαίνια η Ελλάδα που σμιλεύει τη ζωή στο σήμερα. Οι Έλληνες που θα σμιλεύουν στο χρόνο την Ελλάδα και αύριο. Είμαι βέβαιος ότι κάποια στιγμή όλοι αυτοί θα προσέλθουν μόνοι τους. Ίσως. Αυτοί και τα παιδιά τους. Και αυτές οι παρουσίες θα αποτελούν τα ζωντανά καθημερινά εγκαίνια του Μουσείου.

Ας ξαναπάμε λοιπόν μια βόλτα στο Μουσείο.    

 

Κοινοποίηση