Όπως πολλές πολιτικές οπισθοδρομικές και συντηρητικές δυνάμεις στην ιστορία, έτσι και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορούσε να ξεφύγει από το δηλητηριώδες τέχνασμα. Και αυτό είναι «η χρήση» του άλλου.

Ο «άλλος» δεν είναι φορέας δικαιωμάτων και υποκείμενο ελευθερίας. Είναι αντικείμενο εκμετάλλευσης. Οι ανάγκες του δεν προσεγγίζονται μέσα από μια πολιτική φιλοσοφία λύσεων, που θα τον απελευθέρωναν και θα διαμόρφωναν τις συνθήκες της εξέλιξής του. Αντίθετα, ο άλλος και οι ανάγκες του γίνονται πρώτη ύλη, αναλώσιμη πρώτη ύλη σε ένα σχέδιο εξουσίας.

Αυτό το είδαμε να ισχύει μέσα από ποικίλους τρόπους και μορφές. Πήρε το χαρακτήρα του βίαιου λόγου, έγινε υπερφίαλη καταγγελία, προσέλαβε διαστάσεις συνθήματος, συρρίκνωσε τα σημαντικά σε αποστεωμένα σλόγκαν. Το συνειδητό ψεύδος έγινε αλήθεια και η διαστροφή φιλοσοφία διακυβέρνησης.

Μέσα σε αυτή τη αντίληψη υπάρχει ο κυνισμός της χρήσης του άλλου. Είτε πρόκειται για τον άνεργο, είτε πρόκειται για το συνταξιούχο, είτε πρόκειται για τον ευνοημένο, προνομιούχο και προστατευμένο από το κράτος υπάλληλο ή λειτουργό. Είτε πρόκειται για αυτόν που βρίσκεται στα όρια της ανάγκης και η περίπτωσή του «θεμελίωσε» μέσα από την κατάχρηση της λέξης την ανθρωπιστική κρίση. Και γέννησε τη διακήρυξη –απογυμνωμένη και αυτή πια– περί Κυβέρνησης Κοινωνικής Σωτηρίας. Είτε πρόκειται για τους πρόσφυγες και μετανάστες, που μαζί με ένα πρόσχημα ψευδοανθρωπισμού, μετατρέπει χωρίς αιδώ σε στοιχείο διαπραγμάτευσης.

Παρατηρούμε και γνωρίζουμε χρόνια τώρα στελέχη της Αριστεράς, να μιλάνε για την πείνα «των άλλων» από τα παράθυρα των κολεγίων τους και την ασφαλή θέση τους.

Σήμερα όλοι πια βλέπουν πιο καθαρά. Γι’ αυτό και όλο και πιο πολλοί, με τη συνειδητοποίηση ως όπλο, υπερασπίζονται τον άλλον σε όποια θέση και αν βρίσκεται ως πρόσωπο, ως μοναδικότητα, ως φορέα δικαιωμάτων και ελευθερίας. Η υπεράσπιση του άλλου είναι η καταλυτική απάντηση που οφείλουμε στους εξουσιαστές, που επιχειρούν να υπάρξουν μέσα από τη χρήση του άλλου.

Κοινοποίηση