Δεν υπάρχει δημοκρατία χωρίς ευημερούσα και δραστήρια μεσαία τάξη. Πουθενά, βέβαια, δεν υπάρχει ευημερία αν δεν υπάρχουν πλούσιοι, αλλά κυρίως μια εύπορη μεσαία τάξη που να μπορεί όχι μόνο να ξοδέψει για τον εαυτό της, αλλά να δύναται να αξιοποιήσει τα χρήματά της για το μέλλον των παιδιών της και εντέλει το αύριο της ίδιας της χώρας της. Μετά 70 χρόνια κομμουνισμού, η ανθρωπότητα αντιλήφθηκε πως οι κοινωνίες του εξισωτισμού και της ισοπέδωσης όχι μόνο αποδείχτηκαν μια χίμαιρα, αλλά επιπλέον συνιστούσαν φτωχές κοινωνίες που οι πολλοί μοιράζονταν τη μιζέρια τους και οι λίγοι κατανάλωναν με σκληρό συνάλλαγμα στα μαγαζιά του Κόμματος.

Ευημερούσα μεσαία τάξη σε συνθήκες ανεπτυγμένης δημοκρατίας σημαίνει ισχυρή κοινωνία πολιτών. Στην πραγματικότητα, για να ευημερεί η μεσαία τάξη πρέπει να ανθεί η «Μεγάλη Κοινωνία», μέσα στην οποία οι πολίτες δεν θα είναι απλώς ψηφοφόροι και υπάκουοι στους νόμους – στοιχεία απαραίτητα για την κοινωνική συνοχή, αλλά που δεν αρκούν. Πρέπει να είναι συμμέτοχοι στους ίδιους τους θεσμούς και στις δραστηριότητες που καθορίζουν τη ζωή τους, γεγονός που υποδηλώνει «νοιάξιμο» και δραστηριοποίηση σε μια σειρά τομείς: από την εκπαίδευση και την άθληση των παιδιών και των νέων μέχρι την καθαριότητα των δρόμων και τη φύλαξη των δασών.

Η μεσαία τάξη διατηρεί την ισχύ της μέσα από την κοινωνική αναπαραγωγή της και το βλέμμα της στο μέλλον. Η διατήρηση σε ισχύ του κοινωνικού συμβολαίου με τις επόμενες γενιές είναι ζωτικής σημασίας γιΆ αυτήν. Περισσότερο από κάθε κοινωνική τάξη αυτή είναι που την απασχολεί το αύριο: έχει αρκετούς πόρους για να φοβάται αν θα τους χάσει, δεν έχει απεριόριστους για να μην την ενδιαφέρει πόσα θα χάσει.

Στη χώρα μας, δυστυχώς, η μεσαία τάξη υπήρξε αυτοκαταστροφική. Οχι μόνο δεν προώθησε τη «Μεγάλη Κοινωνία», αλλά αντίθετα ανέχτηκε και υποστήριξε με στενόμυαλο τρόπο το «Μεγάλο (κομματικό) Κράτος», που σταδιακά κατάπιε την κοινωνία. Τελικά, η δημοκρατία μας απειλείται όχι μόνο γιατί κατέρρευσε η οικονομία μας, αλλά κυρίως γιατί η κοινωνία πολιτών είχε πέσει σε μαρασμό και καχεξία. Οι πολίτες παρέδωσαν τα κλειδιά της χώρας στο κράτος και στα κόμματα.

Η ελληνική μεσαία τάξη πίστεψε αφελώς πως, αν το κράτος τής κάνει όλα τα χατίρια και αυτή με τη σειρά της κάνει τα στραβά μάτια στις δικές του αμαρτίες, θα μπορούσαν να βγουν όλοι κερδισμένοι. Πίστεψε αφελώς πως η ίδια μπορεί να πλουτίζει την ώρα που το Δημόσιο φτωχαίνει. Πίστεψε πως η ίδια μπορεί να συμμετέχει μαζικά σε «ανθρωποφαγικές» δραστηριότητες διαφθοράς (φακελάκια, γρηγορόσημα κ.λπ.) και όλα αυτά να μην έχουν μεσοπρόθεσμα επιπτώσεις πάνω στη συνολική ευημερία. Πίστεψε αφελώς πως το κράτος μόρφωνε τα παιδιά της την ώρα που η δημόσια εκπαίδευση κατέρρεε και τα σχολεία και τα πανεπιστήμια είχαν μεταμορφωθεί είτε σε εξεταστικά κέντρα επιβράβευσης της άκριτης παπαγαλίας είτε σε χώρους εθισμού στην οκνηρία και την κοινωνική παραβατικότητα.

Επιπλέον, η ελληνική μεσαία τάξη παραβίασε το άτυπο κοινωνικό συμβόλαιο ανάμεσα στις γενιές. Αντλώντας τεράστιους πόρους από το μέλλον προκειμένου η ίδια να περάσει καλά στο παρόν, υποθήκευσε και απείλησε το αύριο των παιδιών της και, σε τελευταία ανάλυση, το δικό της μέλλον ως κοινωνική τάξη. Τώρα, απλώς παρακολουθεί ή και παρακινεί τα παιδιά της να φύγουν στο εξωτερικό προκειμένου αυτά να σωθούν με μεσοπρόθεσμο κίνδυνο την παρακμή της χώρας.

Σήμερα, αν κάποιος έχει πρωταρχικό καθήκον να σώσει τη δημοκρατία, και εντέλει την ίδια τη χώρα, είναι πρωτίστως η μεσαία τάξη. Οχι από ανιδιοτέλεια, αλλά εξαιτίας της αίσθησης του κινδύνου που την απειλεί. Μόνο η μεσαία τάξη θα καταστραφεί ολοκληρωτικά αν η δημοκρατία υπονομευθεί από τα άκρα και η χώρα κατευθυνθεί στη φτώχεια και τη λατινοαμερικανικού τύπου ανισότητα και ανομία. Με βάση τα παραπάνω, ένας δρόμος απομένει στη μεσαία τάξη στη χώρα μας: να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων, να πειστεί και να πείσει για την αναγκαιότητα των μεταρρυθμίσεων προκειμένου, μέσα από μια ηρωική και γεμάτη θυσίες προσπάθεια, η Ελλάδα να βρει τον δρόμο της ανάπτυξης και της ευημερίας προς όφελος όλων.

* Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου στην Πράγα και στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας.

 

Κοινοποίηση