Στους μήνες που έρχονται, θα ζήσουμε τον παροξυσμό της σύγκρουσης μεταξύ των δύο πόλων, που το τέλος της θα σημάνει και το τέλος του συγκεκριμένου πολιτικού κύκλου. Η φάση που θα ακολουθήσει θα έχει νέα πολιτικά χαρακτηριστικά. Ενώ  οι δύο πόλοι ετοιμάζονται για την επόμενη αναμέτρηση, όποτε αυτή γίνει τα δεδομένα, το ύφος και η ατμόσφαιρα της αναμέτρησης θα προσδιοριστούν από τη σχέση των πρωταγωνιστών με την πραγματικότητα και την αποτύπωση  της στον δημόσιο λόγο.

Στο μέτωπο αυτό θα δοκιμαστεί η νέα συνειδητοποίηση, κατά πόσο δηλαδή θα αποκρουστεί η έξαρση του λαϊκισμού στον οποίο διολισθαίνουν οι πρωταγωνιστές και ο οποίος κινδυνεύει να προσλάβει – λόγω της οριακότητας της πολιτικής φάσης – χαρακτηριστικά πολιτιστικής βαρβαρότητας, ως συντελεστής πολιτικής οπισθοδρόμησης.

Στον πυρήνα του παροξυσμού της σύγκρουσης βρίσκεται η ιδεοληπτική εμμονή της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η οποία εκφράζεται μέσα από τη διακηρυγμένη πρόθεση επανάληψης των βουλευτικών εκλογών, που με τη σειρά της αποτυπώνει τη μέγιστη  αδυναμία της για πολιτικές συμμαχίες , στην οποία και τελικά θα προσκρούσει.

Η εμπειρία της κρίσης, μαζί με τη συνολική πολιτική αδυναμία της χώρας να αποδεχθεί και να διαχειριστεί τα προβλήματα της, οδηγεί στην ανάγκη μιας μεγάλης συνεννόησης. Αυτή η ανάγκη μπορεί να προκύψει μόνο μέσα από την κάλπη. Η σωτηρία της χώρας, την οποία με πολιτική φιλαυτία διακηρύσσουν ηγετικές ομάδες, βρίσκεται μόνο στο χέρι των πολιτών. Απορρίπτοντας σχέδια παραπλάνησης και ανακόπτοντας κάθε προσδοκία αυτοδυναμίας, μόνο οι πολίτες μπορούν να ανοίξουν τον δρόμο.

Σε κάθε περίπτωση, καμιά αφέλεια και καμιά αυταπάτη. Ο δρόμος που μας απομένει είναι ο δυσάρεστος δρόμος.

 

Κοινοποίηση