Όχι βέβαια πως η κρίση της Σοσιαλδημοκρατίας θα πρέπει να αποδοθεί στη ΣΔ, αφού ουσιαστικά αυτή αντανακλά την κατάσταση των πολιτικών σχηματισμών που αντιπροσωπεύει. Αλλά η σχετική έλλειψη πολιτικών πρωτοβουλιών εκ μέρους της ήταν εκείνο το κενό το οποίο φαίνεται να γεμίζει η γερμανική πρωτοβουλία της «προοδευτικής Συμμαχίας», στην οποία τα βασικά κόμματα της σοσιαλδημοκρατικής και σοσιαλιστικής Αριστεράς στην Ευρώπη δίνουν πλέον το παρών. Είναι αλήθεια ότι δεν γνωρίζουμε ακόμη επαρκώς τη φυσιογνωμία της νέας αυτής προοδευτικής «Λέσχης», μπορούμε όμως να αποκωδικοποιήσουμε τον προσανατολισμό της μέσα από κάποια πρώτα κείμενα (άρθρα, συνεντεύξεις) που ήδη άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους. Χωρίς να αναφέρονται ρητά στη νέα σοσιαλδημοκρατική αρχιτεκτονική, είναι σαφές, από τα λεγόμενά τους, ότι αυτήν υπηρετούν. Και είναι ευτυχής συγκυρία ότι μια άτυπη σοσιαλδημοκρατική επανίδρυση την οποία ουσιαστικά επιζητούν τη συνδυάζουν με τη «συνέχιση του ευρωπαϊκού προτάγματος» για το οποίο οι ευρωεκλογές του 2014 θα αποτελέσουν έναν πρώτο κρίσιμο μεσοσταθμό.

Ένα από αυτά τα κείμενα είναι το άρθρο κορυφαίων Γερμανών και Γάλλων πολιτικών στελεχών (ευρωβουλευτών και βουλευτών στην πλειονότητά τους), από το SPD και το γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα, που μόλις πριν από λίγες ημέρες δημοσιεύθηκε στη «Λιμπερασιόν» (8-9.5.2013). Σε αυτό οι συγγραφείς του σπεύδουν εξαρχής να επαναπολιτικοποιήσουν τη σημερινή περί ευρωπαϊκής κρίσης συζήτηση, επισημαίνοντας ότι «η Γερμανία δεν είναι το ευρωπαϊκό κακό», αλλά η «πλειοψηφούσα νεοφιλελεύθερη και συντηρητική συμμαχία που είναι ανίκανη να αλλάξει την κατεύθυνση» των πραγμάτων, και να παραδεχθεί ότι μια «ατελεύτητη λιτότητα» οδηγεί σε αδιέξοδο. Στο πλαίσιο αυτό, με τις επί μέρους προτάσεις τους, στέκονται κριτικά απέναντι σε πολιτικές που δογματικά είναι προσανατολισμένες στη δραστική περικοπή των δημοσίων δαπανών, χωρίς ωστόσο να αρνούνται την αναγκαιότητά τους σε ορισμένες περιπτώσεις. Η βασική συνεισφορά αυτού του προβληματισμού είναι, θα λέγαμε, η προσπάθεια επανεισαγωγής της πολιτικής διαίρεσης Αριστερά/Δεξιά σε ευρωπαϊκό επίπεδο, που η κρίση έχει οδηγήσει στην τεχνοκρατική υπέρβασή της. Η επανεμφάνιση όρων όπως «αλληλεγγύη» και «δημοκρατία», αλλά και η πίστη σε ένα ισχυρό «παραγωγικό οικονομικό μοντέλο, κοινωνικό και οικολογικό», θέλουν, ακριβώς, να επανεπινοήσουν στοιχεία μιας απολεσθείσας σοσιαλδημοκρατικής ταυτότητας, και μάλιστα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, πέραν και ενάντια σε εθνικο-κυριαρχισμούς που αναβιώνουν επικίνδυνα τα τελευταία χρόνια.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η εξαιρετική συνέντευξη του προέδρου του Ευρωκοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς που φιλοξενείται στο τρέχον τεύχος της «Σοσιαλιστικής Επιθεώρησης» («Revue Socialiste»), του τριμηνιαίου ιδεολογικού εντύπου του γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος (τεύχος 49, Ιανουάριος – Μάρτιος 2013). Εδώ, το βάρος πέφτει στο επείγον αίτημα της «πρωτοκαθεδρίας της πολιτικής έναντι των αγορών» και, κυρίως, στα μείζονα προβλήματα δημοκρατίας που έχει συναντήσει το ευρωπαϊκό σχέδιο. Και εδώ, το 2014 θεωρείται έτος καμπής, αφού αναμένεται να εκκινήσει μια αναγκαία θεσμική μεταρρύθμιση της ΕΕ. Εντυπωσιάζει το γεγονός ότι ο Σουλτς εμφανίζεται να καταθέτει δέσμες προτάσεων για τη δημοκρατική νομιμοποίηση των ευρωπαϊκών θεσμών, όπως, για παράδειγμα, για τη σχέση των εθνικών κοινοβουλίων με το Ευρωκοινοβούλιο, τον ρόλο της Επιτροπής και του Συμβουλίου, απαιτώντας στο πλαίσιο αυτό την ίδια τη «λογοδοσία της τρόικας» στο Ευρωκοινοβούλιο. Επισήμανση που δεν λείπει και από το άρθρο των γερμανών και γάλλων Σοσιαλιστών, που και αυτοί δηλώνουν εμφατικά ότι «η Ευρώπη δεν μπορεί να κυβερνάται από την τρόικα».

Αν και είναι πρόωρο να προβλέψει κανείς την έκβαση αυτής της πρωτοβουλίας, ένα είναι σίγουρο. Οτι για πρώτη φορά ύστερα από πολλά χρόνια πρωτοπόρες πολιτικές δυνάμεις από τον σοσιαλδημοκρατικό χώρο προσπαθούν να επαναθέσουν στο νέο πεδίο της κρίσης το ζήτημα μιας «προοδευτικής Συμμαχίας» για την Ευρώπη πέρα από τις συνήθεις μεμψιμοιρίες και τα επικίνδυνα ιδεολογικά στερεότυπα που τροφοδοτούν όλους τους εθνικολαϊκισμούς. Αξίζει κανείς να την παρακολουθήσει και να συμμετέχει ενεργά σε μια τέτοια πολιτική πρωτοβουλία, αφού, όπως άλλωστε τονίζουν και οι εμπνευστές της, ενδεχόμενη αποτυχία του ευρωπαϊκού σχεδίου θα καταστήσει τη Γηραιά Ήπειρο απόβλητο της παγκοσμιοποίησης.

 

Ο κ. Ανδρέας Πανταζόπουλος είναι επίκουρος καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο ΑΠΘ.

 

Κοινοποίηση