Το προσκύνημα, σε όλους τους Πολιτισμούς, όσο γνωρίζω, είναι μια συμβολική υπόκλιση σε παραστάσεις του παρελθόντος. Συνήθως, η υπόκλιση αυτή προσλαμβάνει πομπώδη και πανηγυρικό χαρακτήρα. Κατά κανόνα δεν είναι μια απλή αναγνώριση. Δεν πρόκειται για μια συνήθη αποδοχή. Ούτε για τρέχον κοινωνικό γεγονός, ευκαιρία δημόσιας παρουσίας. Το προσκύνημα είναι κάτι περισσότερο, γιατί έχει πάντοτε μέσα του ένα ανορθολογικό στοιχείο. Το συναντάμε στη θρησκευτική και θρησκοληπτική γραμμή της ύπαρξης. Όχι, όμως, μόνο εκεί. Το συναντάμε και στο πεδίο του πολιτικού και της πολιτικής, όπου παρασυρόμενοι από τα εξωτερικά στοιχεία της εκσυγχρονισμένης εποχής μας, ξεχνάμε ότι το ανορθολογικό παραμένει ζωντανό.

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, που όντως σφράγισε με την πορεία του τη σύγχρονη Ελλάδα, αποτελεί, στα δικά μου μάτια, τον ιδεατό εκφραστή της οπισθοδρομικής αντίληψης, ότι το κράτος συμπυκνώνει την κοινωνία. Στο κράτος η κοινωνία ολοκληρώνει την οντότητά της. Σήμερα, όσο ποτέ, κάθε ελεύθερη συνείδηση πρέπει να σταθεί αμετάθετα απέναντι σε αυτή την αντίληψη. Πέρα από πανηγυρικούς του είδους – που αποτελούν πάντα άκοσμους επικήδειους – προέχει η συνειδητοποίηση των συνθηκών της εποχής μας, δηλαδή η κατανόηση που πυρήνα των σχέσεων εξουσίας που έχουν εγκατασταθεί στη χώρα και η ανάγκη της ριζικής αλλαγής τους.

Όποιος παρατηρεί τις συμβολικές εκδοχές εξουσίας, και αυτό ακριβώς είναι η εκδήλωση στο Μέγαρο, με ικανοποίηση σήμερα καταγράφει ότι από την καθημερινή ζωή, ούτε στις συνειδήσεις ούτε στους τοίχους των καφενείων, είναι κρεμασμένα πορτρέτα ηγετών τέτοιου τύπου. Ούτε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ούτε ο Ανδρέας Παπανδρέου έχουν την ευκαιρία να μας παρατηρούν με το επιβλητικό τους βλέμμα.

Όπως πάντα, έτσι και τώρα, από την πραγματική ζωή και τους πραγματικούς ανθρώπους θα ξεπηδήσει το αίτημα της μεταβολής. Σε αυτό μόνο ας προσέλθουμε προσκυνητές.

Κοινοποίηση