Εφημερίδα, ΤΟ ΒΗΜΑ, 10/11/2019
Τώρα που εξαντλήθηκε η κουρασμένη έμπνευση της εγχώριας προοδευτικότητας, οι νεοπροοδευτικοί βρίσκουν ανοιχτές τις πύλες. Και εισέρχονται εγέρωχοι στην αίθουσα, διεκδικώντας πρώτη θέση στην παράσταση.
Η έννοια της προόδου δεν χρειάζεται συστάσεις. Στον τόπο αυτό η κατάχρηση της λέξης την έχει αδειάσει από κάθε νόημα μεταβολής και δημιουργικής πολιτικής πράξης. Πίστη στον άνθρωπο, επίκληση αξιών, επιστήμη, τεχνική, βελτίωση σταθερή και γραμμική των συνθηκών της ύπαρξης.
Η εγχώρια προοδευτικότητα ήταν για χρόνια περήφανη για τον εαυτό της και διακήρυσσε αλαζονικά την αυτάρκειά της σε κάθε βήμα δημόσιου λόγου. Από το Πανεπιστήμιο μέχρι την πολιτική, από τον συνδικαλισμό μέχρι τις τοπικές κομματικές οργανώσεις.
Γνωρίζουμε την πράξη τους. Η πρόοδος έγινε προοδευτισμός. Και με την πάροδο του χρόνου ο προοδευτισμός, πολλαπλασιάζοντας τον ήδη συντελεσμένο εκφυλισμό, έγινε νεοπροοδευτισμός. Πάνω στο φθαρμένο ένδυμα της προόδου, επιμελείς εργάτες εναντίον της υφαίνουν νέες μορφές ψευδοαμφισβήτησης.
Το είδος πληθαίνει καθημερινά. Είναι οι νεοπροοδευτικοί. Αν τους παρατηρήσεις, αν τους ακούσει κανείς, δίκαια θα νομίσει ότι έχουμε ήδη περάσει σε μια ανώτερη φάση κοινωνικής ωριμότητας και πολιτικής συνειδητοποίησης. Είναι πρωτοπόροι των μεγάλων αξιών, οικοδόμοι – λένε - στην καλή πλευρά της ιστορίας, εκφραστές του σύγχρονου ανθρωπισμού. Πρόκειται για επιμελημένη πλάνη.
Οι νεοπροοδευτικοί δεν χάνουν θέμα της επικαιρότητας προκειμένου να επιβεβαιώσουν τον εαυτό τους. Από την κλιματική αλλαγή μέχρι την αποτέφρωση των νεκρών, από την αμφισβήτηση των παρελάσεων, στις οποίες ως χθες ήταν τιμώμενα πρόσωπα, μέχρι τη θεωρητική αγωνία για το μέλλον της ανθρωπότητας, οι νεοπροοδευτικοί θορυβούν στη φωτισμένη σκηνή. Εκεί η υποκρισία τους διεκδικεί και κερδίζει θεατρική ελευθερία.
Πέρα από τη χρήση των προβλημάτων οι νεοπροοδευτικοί προτιμούν ως πιο αποτελεσματική τη χρήση των ανθρώπων. Η χρήση του άλλου ήταν και θα είναι πάντα ο πυρήνας του νεοπροοδευτικού εκφυλισμού. Ως χρήστες και εκμεταλλευτές οι νεοπροοδευτικοί δεν είναι μέτοχοι της εποχής. Είναι θεατές επιλεγμένων στιγμών της. Πάνω στις οποίες φλυαρούν, αναμένοντας επιδοκιμασία και χειροκρότημα. Η ευκαιριακή συμμετοχή τους ενδιαφέρει και η ευκαιριακότητα της παρουσίας μετράει. Δεν τους ενδιαφέρει το σταθερό. Αποστρέφονται κάθε τι που γεννάει ευθύνη, εμπεριέχει κίνδυνο και απαιτεί εναρμόνιση λόγου και πράξης.
Επιτήδειοι και ευρηματικοί χτίζουν τις προφάσεις και τελειοποιούν τα προσχήματα. Η επικαιρότητα τα παρέχει άφθονα. Αδιαφοροι στον πυρήνα τους για τον άνθρωπο και την περίστασή του, δεν έχουν αναστολές.
Τον τελευταίο καιρό η ρητορική απάτη της νεοπροοδευτικότητας επιχειρεί να μετατρέψει την τραγωδία του προσφυγικού σε ιδεολογικό εργαλείο παραπλάνησης. Πιστεύουν ότι, με αυτό ως όπλο, ιδεολογικά επιβεβαιωμένος ο εαυτός τους, θα μπορεί να συνεχίσει αυτό που καλά γνωρίζει: τη χρήση του άλλου. Χρέος να στεκόμαστε απέναντι σε αυτόν τον εκφυλισμό.
Εφημερίδα, ΤΟ ΒΗΜΑ, 03/11/2019
Χλευάζω. Περιπαίζω. Λοιδωρώ. Καταφρονώ.Περιγελώ υβριστικά.
Ο χλευασμός διεκδικεί και κερδίζει το χώρο του. Στις ορθάνοιχτες ρωγμές του κενού νοήματος, που σαν αόρατη καταιγίδα μαστίζει τον οικισμό, οι εκφράσεις απελπισίας διεκδικούν το χειροκρότημα.
Ακτιβιστικές πράξεις αυτοθαυμαζόμενης φαντασίας αναπτύσσονται εισβάλλοντας στο σκηνικό της εποχής, όπου μια κάμερα θα τις τοποθετήσει στην αιωνιότητα και ένα δικαιωτικό κείμενο θα μιλήσει για τη θανάσιμη απόγνωση των εμεπλεκομένων.
Τώρα που η ψευδοεπαναστατική μέθη έχασε την ορμή της, ο χλευασμός θα διεκδικήσει τη διαδοχή. Ο χλευασμός, ως χειρονομία προσβολής, είναι μια πράξη βίας. Ορισμένοι της Αντιπολίτευσης σπεύδουν να τον αναγορεύσουν σε δημοκρατικού τύπου ακτιβισμό. Τιμώντας την βία που εμπεριέχει εναντίον του άλλου και των άλλων.
Το δημοκρατικό πλαίσιο είναι σεβασμός του άλλου προσώπου, που διαφέρει από μας. Είναι η αναγνώριση της αξίας του. Το δικαίωμα των επιλογών του. Είναι το άλλο μέρος, που υπάρχει απέναντι από εμάς και εμείς απέναντι από αυτό. Συνυπάρχουμε ως άλλοι.
Η ποικιλία της έκφρασης στο δημοκρατικό πλαίσιο συνύπαρξης είναι η ίδια η ζωή του. Η αμφισβήτησή του είναι το ύδωρ που ποτίζει την ύπαρξή του. Χωρίς κριτική και αμφισβήτηση δεν νοείται διαλογική δημοκρατική λειτουργία, δεν υπάρχει μεταβολή, δεν κυοφορείται κίνηση. Αυτό που σήμερα ως κανόνας ή θεσμός είναι ζωντανό, αύριο θα πεθάνει. Είτε πρόκειται για πολιτικές τελετές, είται πρόκειται για εθνικές παρελάσεις τιμής και μνήμης.
Ο χλευασμός δεν είναι αμφισβήτηση. Ο χλευασμός είναι η άρνηση του άλλου. Ποτέ μια ακτιβιστική πράξη δεν μπορεί να νοηθεί ως δημοκρτική, αν δεν εμπεριέχει μια «συνάντηση», συμβολική συνάντηση έστω, με τον άλλον. Ή πρόσκληση «συνάντησης». Ο χλευασμός είναι εξ αρχής άρνηση, αφού, λοιδωρώντας, καταφρονεί και περιπαίζει τον άλλον και το είναι του. Ο ακτιβισμός έτσι γίνεται εισβολή καταστολής, πρόθεση καταφρόνησης και πράξη απρέπειας και βίας.
Ο χλευασμός είναι μια πράξη κυριαρχίας. Παρεμβαίνοντας αιφνιδίως σε ένα σκηνικό , που ελεύθερα προσερχόμενοι οι άνθρωποι συγκροτούν, επιδιώκει την καταδυνάστευσή του μέσα από την πομπώδη – φαντάζεται – φύση του. Στήνει ένα παιχνίδι εξαπάτησης και επιδιώκει την επιβολή, με μεθόδους χειραγώγησης. Διεκδικεί την καθολικότητα της στιγμής, διαγράφοντας συμβολικά την οντότητα των άλλων, της βούλησής τους και των επιλογών τους.
Η κριτική στην ψευδοαμφισβήτηση του δημοκρατικού πλαισίου είναι μέριμνα για την προστασία του. Είναι «επιμέλεια» για το είναι του. Η ανοχή, ως συστατικο στοιχείο του, είναι προϋπόθεση. Το όριο αυτής της ανοχής είναι ο άλλος. Ο σεβασμός στο πρόσωπό του είναι το ανυπέρβλητο φράγμα. Διαφορετικά η βία έρχεται με την αρχέγονη περιβολή της.
Εφημερίδα, ΤΟ ΒΗΜΑ, 20/10/2019
Αν η Αντιπολίτευση διατηρούσε μια πολιτική ζωντάνια, αμέσως μετά τις εκλογές του Ιουλίου, σε κάθε γωνιά της χώρας, σε κάθε πόλη και χωριό, θα οργάνωνε τη συζήτηση. Τι ήταν και τι είναι η κρίση; Τι δυνάμωσε το κύμα ανορθολογισμού που έφερε τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία; Γιατί αυτός αποδοκιμάστηκε καταλυτικά την πρώτη φορά που συναντήθηκε με τις κάλπες; Γιατί με τόση άνεση και τόσο καθαρό τρόπο ένα δεξιό – κεντροδεξιό κόμμα κερδίζει τις εκλογές;
Αν κρυφά και αργά δουλεύει η φθορά, η απουσία συζήτησης επιταχύνει το έργο της. Και ήδη είναι φανερή η σκόνη της πάνω στο σώμα της Αντιπολίτευσης.
Το ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝ.ΑΛ πρώτα. Στέρεα συνδεδεμένο με το παρελθόν του και δέσμιο των παραστάσεων εξουσίας που το συνοδεύουν, εκτιμά μάλλον ότι η αδράνεια των πραγμάτων θα στραφεί εναντίον του εαυτού της και μέσα από αυτή την προσδοκία θα βρει το ίδιο τη σωτηρία του. Είναι παράδοξο το αδιέξοδο του κόμματος αυτού. Θα υπάρχει τόσο, ώστε να μην μπορεί να αρνηθεί αυτό που ήδη είναι. Ανάμεσα στην αμφιβολία μιας άλλης πορείας και τη γραφειοκρατική ασφάλεια του κομματικού μηχανισμού, θα προσθέτει μικρή ισορροπία στο λεγόμενο πολιτικό σύστημα, χωρίς, όπως είναι σήμερα, να μπορέσει πια ποτέ να γίνει παράγοντας μεταβολής του.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, μετά. Θα αργήσει να υποψιαστεί τι συντελέστηκε στη χώρα με τη δική του συμβολή και ευθύνη. Το 31% της κάλπης του τρέφει τη φαντασία. Και η πραγματικότητα του αφαιρεί το μέλλον. Το προσγειώνει και αναπόφευκτα το φέρνει αντιμέτωπο με τον κυβερνητικό εαυτό του. Η διένεξη αυτή επιταχύνει την απογύμνωσή του. Και του αφαιρεί τη δυνατότητα να διατυπώσει μια σοβαρή, αξιόπιστη πολιτική πρόταση, αντιπολιτευτική, έστω. Ο ίδιος ο κ. Τσίπρας με τον παλαιό και σημερινό εαυτό του θα γίνεται ο εκφραστής του αδιεξόδου μεταβολής. Τώρα πια έχουν εκπνεύσει οι διακηρύξεις. Και η υπερφίαλη πραγματικότητα των στελεχών του έρχεται μέσα από ένα ψέλλισμα κριτικής να μιλήσει για το εύρος και το βάθος της μικρότητάς τους. Δεν είμαστε προετοιμασμένοι, είπαν. Δεν είμαστε ικανοί να προετοιμαστούμε ποτέ, λένε στην πραγματικότητα.
Μάταιη θα αποδειχθεί και η προσπάθεια του κόμματος αυτού να εξελιχθεί σε μαζικό, μέσα από την επιχείρηση εγγραφής νέων μελών. Όσο και αν οι απελπισμένοι παλαιοί ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ αποτελούν εν δυνάμει πηγή τροφοδοσίας, η απόπειρα οικειοποίησης της δημοκρατικότητας θα το τοποθετεί πάντα στο όριο του δημοκρατικού πλαισίου και θα ανακινεί την άσβεστη μνήμη του «ή εμείς ή αυτοί».
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες επωάζεται ένα τέλος των δύο πρώτων κομμάτων της Αντιπολίτευσης, όπως τα γνωρίσαμε μέχρι σήμερα. Το ΚΙΝ.ΑΛ δεν λέει να χορτάσει με τις αποτυχίες του. Ο ΣΥΡΙΖΑ να αντιληφθεί το αδιέξοδό του.
Αδέξιος ερασιτέχνης αυτή η Αντιπολίτευση. Προσωρινά ή όχι, θα δούμε. Όπως θα δούμε επίσης, αν ο κ. Μητσοτάκης, αρνούμενος το συμβιβασμό και τη συμβατικότητα και αποκρούοντας τον πολιτικό φόβο, αξιοποιήσει το χρόνο που από τις συνθήκες άπλετα του παρέχεται.
Εφημερίδα, ΤΟ ΒΗΜΑ, 27/10/2019
Να σταματάμε στο STOP; Στον κόκκινο σηματοδότη; Τι απλοϊκές ερωτήσεις! Ακούω το αυθόρμητο σχόλιο. Σχόλια και απαντήσεις δίνονται στο δρόμο. Μακριά από τις φλύαρες σελίδες της θεωρίας. Εκεί στην πραγματική ζωή δοκιμάζονται οι ρυθμίσεις και οι κανόνες, ζει ή πεθαίνει ο Νόμος.
Από το μακρινό ήδη παρελθόν έχει σε αυτό τον τόπο ο Νόμος υπονομευθεί. Το δουλοκτητικό ελληνικό κράτος είναι μια από τις κύριες αιτίες. Ως κράτος απαγορεύσεων, ο Νόμος τέθηκε στην υπηρεσία του και έγινε το κύριο εργαλείο του. Δίνοντας προτεραιότητα στην κυριαρχία της, η κρατική δουλοκτησία αγνόησε ότι η χρήση του Νόμου υπονομεύει τον ίδιο τον εαυτό του. Η προσωρινή κυριαρχία κάθε φορά αρκούσε. Ο Νόμος ήταν μια δευτερεύουσα, ευκαιριακή υπόθεση.
Αυτό το κράτος, κάθε φορά που περιέρχεται στα χέρια μιας πολιτικής δύναμης, γίνεται όργανο ελέγχου των ανθρώπων και της κοινωνίας, ελέγχου και εξάρτησης.
Ο Νόμος δεν είναι εδώ κανονιστικό πλαίσιο. Δεν είναι ρύθμιση ουδέτερη, δεν είναι αρχές και αξίες συμβίωσης, που τις συνοδεύει το αίτημα της γενικής εφαρμογής. Είναι μια υπόθεση στη διάθεση της εξουσίας και της διακριτικής της ευχέρειας. Δεν είναι πλαίσιο δικαίου. Είναι απαγορεύση. Έτσι γίνεται εύκολα απειλή. Μέσα στην απειλή αναπτύσσεται μια διαπραγμάτευση για την εφαρμογή των κανόνων. Η εξουσία με βάση το στιγμιαίο και επίκαιρο, άλλοτε εφαρμόζει τον Νόμο και άλλοτε χαλαρώνει τις απαιτήσεις της. Άλλοτε τιμωρεί και άλλοτε χαρίζει. Πρόκειται για μια εύπλαστη στα χέρια της εξουσίας κατάσταση. Ο Νόμος μοιάζει και είναι πια μια χλιαρή ζελατίνα.
Έτσι χτίζεται η εικόνα του Νόμου στη συνείδηση των ανθρώπων. Αυτή είναι η πρόσληψή του. Τι είναι ο Νόμος; Μια χλιαρή ζελατίνα απαντούν με τη σειρά τους οι άνθρωποι σε αυτή ή σε κάθε άλλη σχετική ερώτηση.
Κάθε φορά αυτό εκδηλώνεται απαράλλακτα μέσα στις συνθήκες της επικαιρότητας. Ο καθένας ερμηνεύει τον Νόμο, όπως η στιγμή τον εξυπηρετεί, όπως η ατμόσφαιρα το καλεί, όπως οι πολιτικές δυνάμεις κατά το στιγμιαίο συμφέρον τους σαλπίζουν. Οι οικονομικά ισχυρά μειδιούν και οι πολιτικά ισχυροί κερδοσκοπούν.
Οι συμπεριφορές των πολιτικών εκφραστών επιβαρύνουν τα πράγματα. Υπουργοί, που έχουν υπογράψει τους νόμους, τους καταγγέλλουν, άλλοι τους περιγελούν, άλλοι δηλώνουν δημόσια την επιφύλαξή τους, ως προς την ανάγκη εφαρμογής τους.
Έτσι τρέφεται σταθερά ο φαύλος κύκλος της ανομίας. Διαποτίζει σαν αναισθητικό τον κοινωνικό κορμό. Αυτή η ίδια η ανομία τροφοδοτεί τον εαυτό της. Η ανομία αδιαφορεί, ανέχεται και επιτρέπει. Ακολουθεί η ματαιότητα της αντίδρασης, η παραίτηση και η παράδοση.
Η χλιαρή ζελατίνα έχει σχεδόν καθολικά περιτυλίξει το κοινωνικό σώμα και αυτό μέσα στην ασφυξία του δεν ξέρει από πού να αρχίσει για να ξαναβρεί την αναγκαία ζωτικότητά του.
Ίσως προλάβει πριν τον «αφανισμό» του να δώσει την απάντηση και να σηκώσει το βάρος της ευθύνης που αυτή γεννάει. Από την ανάκτηση του Νόμου, όλα πρέπει να ξεκινήσουν. Και όσο και αν διαφωνούν οι εκφραστές της κρατικής δουλοκτησίας, μόνο ο Νόμος είναι το όπλο του αδυνάτου.
Εφημερίδα, ΤΟ ΒΗΜΑ, 13/10/2019
Κάθε φορά η ίδια προσωρινή κατάσταση. Μετά τις εκλογές εγκαθίσταται η πεποίθηση, ότι μια λύση έχει επιτευχθεί και ότι όλα θα πάνε διαφορετικά, ίσως και καλύτερα. Μια προσδοκία ανθίζει. Είναι δύσκολο να αμφισβητηθεί αυτή η εμπεδωμένη εικόνα. Και γιατί να σπείρει κανείς ζιζάνια στον κάμπο της αισιοδοξίας; Μόνο που ποτέ δεν είναι έτσι.
Στην πολιτική μας λεγόμενη κουλτούρα, απουσιάζει εντελώς η διάσταση της πορείας, των μικρών ή μεγάλων βημάτων στο χρόνο. Η έννοια της διαδρομής. Ποτέ κανένας πολιτικός αρχηγός, για να σταθούμε μόνο σε αυτό, δεν πρόσθεσε στο δημόσιο λόγο του και στην πολιτική του φιλοσοφία τον προβληματισμό της πορείας. Δεν δόθηκε ποτέ η απάντηση στα μικρά ή μεγάλα κάθε φορά αιτήματα, ότι δεν υπάρχει λύση. Δεν ελέγχθη ποτέ το πραγματικό : μόνο διαδρομή λύσεων υπάρχει. Πορεία και δοκιμασία. Για όλα χρειάζεται χρόνος και αντοχή στο χρόνο.
Το μήνυμα αυτό διαμόρφωσε στη λαϊκή συνείδηση την βεβαιότητα ότι όλα είναι εύκολα. Ή μάλλον ότι όλα είναι πιο κοντά στο «εύκολα» παρά στο «δύσκολα». Πόροι, λύσεις, απαντήσεις.
Αυτή η αυθόρμητη αποδοχή του ανύπαρκτου κόσμου, πολλαπλασίασε τα προβλήματα του υπαρκτού. Αυτό γεννάει την κρίση. Αυτό την τροφοδοτεί. Τρέφει τις ψευδαισθήσεις και τους πολιτικούς εκφραστές τους. Είναι το προσάναμμα του παροξυσμού. Η κρίση είναι η άρνηση κάθε αντίληψης διαδρομής και πορείας μέσα στις υπαρκτές συνθήκες.
Γυρίσαμε σελίδα, αλλά μένουμε στο ίδιο κεφάλαιο. Πάρα τη μεγάλη πολιτική αξία της αλλαγής που συντελέστηκε, η εδραιωμένη συνείδηση του άμεσου αποτελέσματος και του στενού ορίζοντα διεκδικεί να ορίσει τα πράγματα.
Πολλές φορές η εποχή δεν μπορεί να αντέξει τις ανάγκες της και οι ανάγκες της δικής μας εποχής υπερβαίνουν κάθε κυβερνητική δυναμική. Χρειάζεται μια κουλτούρα, όπως λέμε αδόκιμα, απέναντι στην καταπίεση του μηχανικά αναμενόμενου. Τίποτε δεν θα προκύψει μηχανικά. Η μηχανική λογική, πάντα δυνατή ως αδράνεια του παρελθόντος, μπορεί καταλυτικά να επιβληθεί. Και τότε η καθυστέρηση θα ανεμίσει τις σημαίες της.
Στην Ελλάδα του 2019 ανακεφαλαιώνονται οι ανάγκες των τελευταίων δεκαετιών και μαζί τους μια εποχή. Που αντιμετωπίστηκε χωρίς ένα ήθος ευθύνης. Ο χρόνος έχει πια εξαντληθεί. Όλα πρέπει να τεθούν από την αρχή. Με οδηγό την ευθύνη. Πρώτη απαίτησή της η διάσταση του χρόνου, η αναγκαιότητα της διαδρομής και η αποδοχή της. Χωρίς διαδρομή κανείς δεν μεταβαίνει σε άλλο τόπο. Αυτός είναι και ο πυρήνας του διλήμματος της μεθορίου στην οποία βρισκόμαστε. Θα αποδεχθούμε ως στοιχείο της συλλογικής συνείδησης ότι στη διαδρομή μόνο νοείται η ανασυγκρότηση ή θα χαθούμε στις απαιτήσεις του παρόντος, που εντυπωσιακά θορυβεί και καταστροφικά επιδρά;
Σε αυτή τη διαδρομή θα μιλήσουμε τότε ανοιχτά, δημόσια, ελεύθερα, χωρίς περιστροφές, υπολογισμούς και φόβους για τις απειλές από την Ανατολή, το προσφυγικό-μεταναστευτικό, την οικονομική ανάπτυξη, την αισθητική στο Ελληνικό, το δημόσιο σχολείο, την αξία του Νόμου, τα τροχαία εγκλήματα και τις ράμπες αναπήρων.
Ούτε μεγάλα σχέδια νοούνται, ούτε μεγάλος σκοπός υπάρχει. Διαδρομή μόνο.