Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, 12/07/2020
Ακούγεται μάταιο. Ο χρόνος το διαψεύδει. Η πραγματικότητα διατηρεί τον τελευταίο λόγο. Πρόκειται για την κουραστική επανάληψη της ανάγκης για την επίμονη υπεράσπιση της πολιτικής. Την επίκληση της σημασίας της, του καθοριστικού ρόλου της και της οδηγητικής λειτουργίας της. Ακούγεται μάταιο. Δεν είναι. Και μια σπιθαμή από τη «γη» της να κερδίσεις, χρήσιμος θα είναι ο καρπός.
Αν η κοινωνία διαθέτει μια δυνατότητα επιμέλειας για τον εαυτό της, δεν υπάρχει άλλη από την πολιτική. Η δημιουργική λειτουργία της πολιτικής, είναι η μόνη μέθοδος μιας δημοκρατικής εξέλιξης, κοινωνικών κατακτήσεων και συλλογικών επιτευγμάτων μιας κοινότητας ανθρώπων στην αναμέτρηση με το χρόνο.
Οι μέρες χρωματίζονται αρνητικά από πληροφορίες και αποκαλύψεις, που μιλάνε για πρακτικές κατάργησης της πολιτικής στην πράξη, άρνησης των κανόνων που την καθιστούν δυνατή, πνεύμα κατάχρησης εξουσίας, επιβολή και καταναγκασμό. Βλέπουμε λογικές που κυριάρχησαν για δεκαετίες να διεκδικούν την ανακύκλησή τους. Ο Α. Τσίπρας, καθώς τον ακούς, απαράλλακτα αντιγράφει το παρελθόν. Μοιάζει να οργανώνει στη φαντασία του μια επανάληψη. Ένα χρόνο μετά την ήττα, καμιά αυτοκριτική, καμιά γενναιότητα αποδοχής. Λείπει η ευθύνη της αναγνώρισης των λαθών. Το ρεύμα της ήττας της πολιτικής τον ανέδειξε. Δεν μπορεί να της επιστρέψει την υποστήριξη, αντέχοντας το αυθεντικό βάρος της.
Όλα αυτά συντελούνται καθώς η Κυβέρνηση συμπληρώνει έναν χρόνο στην εξουσία. Έχοντας επιδείξει αξιέπαινη διαχειριστική επάρκεια στις μικρές ή μεγάλες κρίσεις που συνάντησε, δείχνει σήμερα, παρά την ευρύτατη κοινωνική αποδοχή, να αμφιβάλλει και να επιφυλάσσεται. Θα ήταν χρήσιμο, εάν επρόκειτο για μελετημένο δισταγμό. Περισσότερο για εσωτερική αμφιβολία, εκτιμώ, πρόκειται. Είναι μάλλον ο δικαιολογημένος φόβος, που οι δύσκολες αποφάσεις σε στρατηγικά μέτωπα, οι αναγκαίες τομές και πρωτοβουλίες, προκαλούν.
Η χώρα βρίσκεται για μια ακόμη φορά στη μεθόριο των πραγμάτων. Από την οικονομία μέχρι την τουρκική επιθετικότητα, η ζώνη είναι ναρκοθετημένη. Και εδώ η επιλογή της πολιτικής στην αυθεντικότητά της, είναι ο δρόμος. Ανοιχτή, δημόσια, ελεύθερη και γενναία συζήτηση απαιτείται για τα δύσκολα, που έχουμε μπροστά μας. Χωρίς ενημέρωση και επίμονη επεξήγηση κάθε πολιτική είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Δεν υπάρχει πολιτική στη σκιά. Ποιά είναι τα δεδομένα; Πως διαμορφώνεται στην έκτασή του το ζήτημα με την Τουρκία; Γιατί υστερεί η ενημέρωση του λαού πάνω στις σύνθετες πλευρές του;
Για κάθε δοκιμαζόμενη πολιτική, δεν υπάρχει άλλος δρόμος, παρά να ακολουθεί κανείς την απελευθερωτική οδό της. Αυτή είναι η άρνηση του συμβιβασμού, της αδράνειας και του φόβου. Κίνηση, αλλαγές και μεταρρυθμίσεις. Σε όλα τα μέτωπα. Διαφορετικά, κοινωνία και πρωταγωνιστής «θα μετράνε το θησαυρό που έχασαν».
*( Μόλις κυκλοφόρησε το τελευταίο βιβλίο του « Το Ελάχιστο Λεξικό συνεχίζει τη διαδρομή του»)
Εφημερίδα, ΤΟ ΒΗΜΑ, 19/07/2020
Τα πράγματα κρίνονται στον δημόσιο χώρο την ώρα της ανακεφαλαίωσής τους. Ούτε οι πρόωροι ενθουσιασμοί, ούτε οι ανώριμοι έπαινοι σφραγίζουν την τελική αποτίμηση. Αυτή έρχεται στην ώρα της. Όταν η ώρα αυτή έρθει, με τα δικά της πια γνωρίσματα και χαρακτηριστικά.
Θα μπορούσε η περιπέτεια και η (μικρή) δοκιμασία του COVID-19 να είναι μια άσκηση. Και ο χειρισμός της πανδημίας από την Κυβέρνηση ήταν μια άσκηση. Άσκηση επιτυχημένη στην αρχή, που έλαβε ευρεία άδολη επιβράβευση και απλόχερα αναγνωρίστηκε, σχεδόν από όλους μας. Αν και η συμμόρφωση των πολιτών ήταν αποτέλεσμα του φόβου, η Κυβέρνηση καρπώθηκε την επιτυχία.
Και έρχεται το μετά. Μετά την πανδημία, όπως από επίσημα χείλη και δημόσιες στάσεις κυβερνητικών παραγόντων ελέχθη και διδάχθηκε. Λίγους μήνες μετά το επίσημο τέλος των μέτρων περιορισμού, η πανδημία μάλλον εξελίσσεται άσχημα. Και η ανησυχία επανέρχεται.
Την αυστηρή Κυβέρνηση διαδέχθηκε μια χαλαρή συμπεριφορά. Οι Αρχές, παρούσες παντού τις μέρες των μέτρων, εξαφανίστηκαν την επομένη. Η άσκηση βαδίζει στην αποτυχία της. Ο κυβερνητικός συμβιβασμός μπροστά στην ανάγκη άρσης των μέτρων στάθηκε καταλυτικός. Αν κυκλοφορήσει κανείς στη χώρα, όπου και αν ταξιδέψει και αν σταθεί, η ίδια διαπίστωση. Σχεδόν κανείς δεν τηρεί τα περιοριστικά μέτρα. Η «διδασκαλία» της πιεστικής επικοινωνίας δεν άφησε τίποτα στην πράξη. Εξατμίστηκε σαν πρωϊνή πάχνη.
Η άσκηση ευθύνης απέτυχε. Αναμενόμενο ήταν. Ο λαός αυτός εχθρεύεται την ευθύνη. Την ευθύνη απέναντι στον άλλον, που εμπεριέχει την εκτίμηση εαυτού και την ευθύνη προς εαυτόν. Στην εσώτερη αυτή πραγματικότητά μας, που αποτελεί τον πυρήνα της καθυστέρησής μας, συμπράττει η ύστερη κυβερνητική δαιχείριση. Επιφύλαξη, δισταγμός, αποφυγή ενόχλησης. Η χαλάρωση έρχεται σαν παροχή.
Μέσα σε αυτό το πνεύμα της παροχής εκ μέρους της εξουσίας νέων, κατακτημένων συνθηκών εξόδου από την πανδημία, ελήφθησαν οι αποφάσεις. Και κυρίως η άρρητη απόφαση αποφυγής ελέγχου και κυρώσεων. Μέσα στην επικοινωνιακή έξαψη της διαχείρισης εντύπωση προκαλεί η αναζήτηση λύσης για τα πανηγύρια. Η απαγόρευσή τους τον Ιούλιο μιλάει για το δισταγμό και τη φιλοσοφία παροχής που τον συνοδεύει. Στην Ελλάδα ο μήνας των πανηγυριών είναι ο Άυγουστος. Όχι ο Ιούλιος. Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές ο Αύγουστος παραμένει ελεύθερος απαγορεύσεων. Σαν να απειλείται η λαϊκή παράδοση!
Θα μπορούσε ο COVID-19 να διδάξει μια νέα στάση. Η διδαχή του μετά τον περιορισμό είναι μόνο αυτά που φανερώνει η αποτυχία της άσκησης. Της άσκησης ευθύνης. Για άτομα και κοινότητα. Καλή η κυβερνητική επικοινωνία, αλλά ποτέ καμιά επικοινωνία δεν έγινε πολιτική. Γιατί πολιτική και επικοινωνία είναι αδιαίρετες έννοιες.
Εφημερίδα, ΤΟ ΒΗΜΑ, 28/06/2020
Τα (μαγνητοφωνημένα) γεγονότα της εβδομάδας που έφυγε, έφεραν στο φως της πρώτης γραμμής όλα τα μεγάλα ζητήματα, που αδιαίρετα συνοδεύουν την πολιτική δράση. Κάτι σαν πρόκληση που ανακεφαλαιώνει με μιας το πρόσφατο παρελθόν και το προβάλλει ξανά στην οθόνη της παρατήρησης. Μια παιδαγωγική που κάτι μπορεί να μας διδάξει. Ο σκοπός, ο μεγάλος σκοπός, τα μέσα, τα όρια της εξουσίας, ο λόγος, τα πρωτεία του λόγου, η παγίδα της παντοδυναμίας.
Αν οι διακηρυγμένοι σκοποί είχαν γίνει πράξη, η ιστορία θα ήταν ένας ανθισμένος κήπος. Το κόμμα της Αξιωματικής αντιπολίτευσης είχε μιλήσει πριν λίγα χρόνια για την έλευση της «Κυβέρνησης Κοινωνικής Σωτηρίας». Σκοπός μεγάλος, σχεδόν ιερός, εμπνευσμένος και εμπνευστικός. Ήταν το πρόσχημα. Η πράξη των μέσων και η φύση των μεθόδων το απογύμνωσε. Αυτά που ως τρόπο γνωρίζαμε ήδη και τις τελευταίες μέρες συγκλονιστικές λεπτομέρειες μοιάζει να τα επιβεβαιώνουν, φέρνουν πάλι μπροστά μας το αιώνιο ζήτημα των μέσων. Βλέπουμε στην πράξη μια αντίληψη που έχει ως αφετηρία ότι ο άμεσος σκοπός, απόκτηση ισχύος, εμπέδωση της εξουσίας, έλεγχος των αρμών της, επιτρέπει κάθε μέθοδο και μέσο. Πρακάμπτοντας διαδικασίες και κανόνες. Αγνοώντας θεσμικούς περιορισμούς και τυπικά όρια. Αυτό είναι το νόημα εκείνου του γοερού θρήνου «πήραμε την Κυβέρνηση, δεν πήραμε την εξουσία». Που απογυμνωτικά φανερώνεται ξανά. Τα μέσα μιλάνε για όλα. Εκθέτουν τον μεταμφιεσμένο σκοπό.
Στον πυρήνα αυτής της σχέσης με τα μέσα, δίνεται και η απάντηση στο ζήτημα των ορίων της εξουσίας. Η διάκριση των εξουσιών και ο τεμαχισμός της, είναι γραμμή ασφαλείας. Η βούληση χρήσης των θεσμών στην υπηρεσία ενός σκοπού, είναι μια βούληση κατάργησής τους. Οι θεσμοί περιορίζουν και περιορίζονται αμοιβαία. Χωρίς όριο δεν υπάρχει δημοκρατία. Χωρίς σεβασμό των εξωτερικά τυπικών περιορισμών, αλλά ουσιαστικά ζωτικών για τη δημοκρατία λειτουργειών, δεν νοείται η υπόστασή της. Η επίκληση μάταιων καταστάσεων, όπως το «ηθικό πλεονέκτημα», είναι μια διεκδίκηση υπεροχής εις βάρος των πολλών, είναι η φαντασία της καθολικής εξουσίας.
Αυτή η φαντασία της καθολικής εξουσίας είναι η φαντασία ελέγχου του λόγου. Στη διαμάχη για «τα πρωτεία του λόγου» κανείς δεν κερδίζει. Το απελπισμένο σποτάκι για τους δημοσιογράφους μιλάει για τον πυρήνα αυτής της διαμάχης. Ταπεινώνει τους εργαζόμενους στη δημοσιογραφία γιατί θέλει να εξουδετερώσει την ίδια τη δημοσιογραφία. Ο λόγος είναι ο αντίπαλος. Η σιωπή είναι ο φίλος.
Μέσα στην ατμόσφαιρα των ημερών, που μεταφέρει δυσοίωνα μηνύματα για το μέλλον, παραμένει ζωντανός ο πειρασμός. Ο πειρασμός και η παγίδα της πολιτικής παντοδυναμίας. Κάθε φορά που κάποιος θα μαγεύεται από τον μεθυστικό καρπό της, θα βάζει τη χώρα στις ράγες της οπισθοδρόμησης.
Εφημερίδα, ΤΟ ΒΗΜΑ, 05/07/2020
Κάθε φορά που ξεσπά μια κρίση, η οποία συνδέεται με τη θεμελιωτική λειτουργία των κανόνων της Δημοκρατίας και το σεβαμό στο υπέρτερο που ορίζει ο Νόμος, τίθεται το ζήτημα των κυρώσεων. Παρεμποδιστικό το θεσμικό μας οικοδόμημα στην επιβολή τιμωρίας και εύκολα αποδεκτό πια το επιχείρημα, ότι κάθε διαδικασία ελέγχου είναι πολιτική δίωξη.
Έχουμε επαναλαμβανόμενα ακούσει, για παράδειγμα, ότι τους Πρωθυπουργούς τους κρίνει η Ιστορία. Πέρα από την άγονη συζήτηση αν υπάρχει Ιστορία, αυτή η διάχυτη γνώμη αφήνει και αποδέχεται ένα περιθώριο αυθαιρεσίας επί των θεσμών και κατάχρησής τους χωρίς τέλος.
Θα θυμίσω ένα ιστορικό γεγονός, με μεγάλη, κατά τη γνώμη μου, αξία. Θα έπρεπε να διδάσκεται επίμονα σε κάθε Σχολή, που διερευνά τα ανθρώπινα. Βρισκόμαστε δύο χρόνια πριν από το τέλος του πολέμου μεταξύ Αθηναίων και Πελοποννησίων. Αργινούσες. Εκεί στα παράλια της Μικράς Ασίας οι δύο πανίσχυροι στόλοι θα αναμετρηθούν σε μια από τις πιο σημαντικές ναυμαχίες του αδυσώπητου εκείνου πολέμου. Ο νεαρός Καλλικρατίδας, επικεφαλής του στόλου των Σπαρτιατών. Οι οκτώ Αθηναίοι στρατηγοί. Με τη μεγάλη νίκη τους στις Αργινούσες, οι οκτώ στρατηγοί, δίνουν, εν δυνάμει, νέα, νικηφόρα για την Αθήνα, τροπή στον Πελοποννησιακό πόλεμο. Η Σπάρτη κάνει προτάσεις ειρήνης . Απορρίπτονται.
Δεν έχουμε την τύχη να διαβάσουμε από το χέρι του Θουκυδίδη τα συναρπαστικά γεγονότα που ακολούθησαν. Να ακούσουμε την κριτική του ματιά, το δικό του μοναδικό ζύγισμα, την ιδιαίτερη αποτίμηση για τα βαθύτερα κίνητρα της ακραίας και τόσο πολυσήμαντης απόφασης του Δήμου.
Το άγγελμα της μεγάλης νίκης στις Αργινούσες συνοδεύει η είδηση ότι οι στρατηγοί δεν μερίμνησαν, όπως ο ιερός κανόνας επέβαλε, για την περισυλλογή των ναυαγών και των νεκρών. Το επιχείρημα , πραγματικό, της μεγάλης κακοκαιρίας, δεν άντεξε μπροστά στον παροξυσμό της κριτικής για τον μη σεβασμό στο ιερό έθιμο. Οι νεκροί του πολέμου είναι ιεροί. Ας είχαν χαθεί μαζί τους και οι στρατηγοί.
Με «συνοπτικές διαδικασίες» οι έξι από τους οκτώ στρατηγούς καταδικάζονται σε θάνατο. Οι δύο άλλοι προτίμησαν την αυτοεξορία. Μέσα στη δίνη του πολέμου, αν και γονατισμένος από τον πολύχρονο πόλεμο, ο «ναυτικός όχλος», η πηγή και το στήριγμα της ναυτικής δύναμης της Αθήνας, προτιμάει τη θανάτωση των στρατηγών από μια προσιτή ειρήνη. Ο Δήμος προκρίνει την αξία των νεκρών του, από τη νίκη στον πόλεμο. Το υπερασπίσιμο μέχρι θανάτου αυτό υπέρτερο, ορίζει τελικά την τύχη του. Μόλις λίγο μετά, στους Αιγός Ποταμούς, θα καταστραφεί ο αθηναϊκός στόλος από τους Λακεδαιμονίους υπό τον Λύσανδρο. Και η Αθήνα θα δει να γκρεμίζονται τα Μακρά Τείχη της.
Εφημερίδα, ΤΟ ΒΗΜΑ, 21/06/2020
Αν είχαμε ανάγκη από ένα κοινωνικό πείραμα για να διατυπώσουμε υποθέσεις για την «μέση συνείδηση» του Έλληνα, δεν θα μπορούσαμε να βρούμε καλύτερες συνθήκες από αυτές που προκάλεσε ο covid19.
Συνθήκες περιορισμού, υπό τον αυστηρό έλεγχο του Κράτους, άδεια για κάθε βήμα, απειλές, ατμόσφαιρα απειλής θανάτου. Η συμμόρφωση υπήρξε σχεδόν καθολική. Η Κυβέρνηση έλαβε τον έπαινο και αυτή επαίνεσε τον εαυτό της. Οι συνθήκες άλλαξαν, το πέρασμα στην επόμενη φάση μας δείχνει δυνατά φωτισμένα τα συμπεράσματα του «πειράματος».
Τώρα κρατάμε τα χειρόγραφα αυτής της εμπειρίας από τον covid19. Και σιγά – σιγά τα πράγματα διευκρινίζονται. Δεν ήταν η ευθύνη του «σοφού λαού», ήταν ο φόβος. Αυτός ερμηνεύει. Κάθε δοκιμασία είναι χρήσιμη. Φωτίζει και μας φωτίζει. Φωτίζει τα πράγματα, τους ανθρώπους, το είναι μας. Για όλα αυτά, λίγες μέρες μετά τον κορονοϊό, μπορούμε να μετρήσουμε το αληθινό βάθος τους.
Η άρση των μέτρων φέρνει στο φως τη γνωστή άρνηση της ευθύνης, που χρόνια βιώνουμε. Αυτή την άρνηση της ευθύνης, που μοιάζει να είναι και είναι μια καθαρή αμεριμνησία. Μια εξακολουθητική αμεριμνησία. Δεν πρόκειται για κατάσταση πνευματικής ολοκλήρωσης, που, υπό το πνεύμα παιχνιδιού, η ατομική συνείδηση συμμετέχει στον κόσμο. Πρόκειται για την παντελή έλλειψη συναίσθησης της ευθύνης. Ο σταθερά φοβισμένος, την ευθύνη και το βάρος της πρώτα φοβάται. Και αυτός ο φόβος του βάρους της πολλαπλασιάζει την εγκληματική αμεριμνησία.
Η εκτεταμένη μη εφαρμογή των μέτρων πρόληψης και προστασίας ανακαλεί στην πράξη τους ρομαντικούς επαίνους και περιορίζει τη συνολική αποτελεσματικότητα της κυβερνητικής διαχείρισης. Η συνολική αποτίμηση κατεβαίνει ένα σκαλοπάτι στην κλίμακα. Η παιδαγωγική της δεν στάθηκε επαρκής.
Είναι αλήθεια ότι αυτές τις δεκαετίες διδάχθηκε από τις Κυβερνήσεις η αμεριμνησία, υπό την εκδοχή της δουλικής ανευθυνότητας. Οι Κυβερνήσεις με χειρονομίες προστασίας και νεύματα συμπάθειας, μήνυσαν στο λαό ότι οι ευθύνες της ύπαρξής του, της προκοπής του, της πορείας του, ακόμη και του νοήματος της ζωής των ανθρώπων, δεν είναι δική τους υπόθεση. Αυτές ανήκουν στην εξουσία. Στην εξουσία που μεριμνά και φροντίζει.
Αυτός, ο λαός, ως εκλεκτός, ελέχθη, είναι απελευθερωμένος από το βάρος του στοχασμού και της ανάληψης ευθυνών. Αρκεί να τελεί και να παραμένει σε κατάσταση αμεριμνησίας απέναντι στις θεμελιώδεις επιλογές που η εξουσία ορίζει.
Αυτά που βλέπουμε γύρω μας κάθε μέρα μετά τον κορονοϊό, τα σχόλια που ακούει κανείς, την απόκρουση κάθε πρόσκλησης συμμόρφωσης, το χλευασμό που συνοδεύει κάθε παρατήρηση για τήρηση του Νόμου, την αδιαφορία απέναντι στον άλλον, είναι το εσωτερικευμένο μάθημα αυτής της εξουσιαστικής παιδαγωγικής επιλογής. Αμεριμνησία.